Το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου εξέδωσε την Πέμπτη (15/11) διάταγμα κράτησης οκτώ ημερών εναντίον τεσσάρων ατόμων ηλικίας 27, 36, 44 και 35 χρόνων για διευκόλυνση των ανακρίσεων της Αστυνομίας σχετικά με διερευνώμενη υπόθεση συνωμοσίας για φόνο, φόνο εκ προμελέτης του Gary Boris Χριστοδούλου 33 χρόνων από την Αγία Νάπα, παράνομης κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου κατηγορίας Β και παράνομης κατοχής και μεταφοράς εκρηκτικών υλών, αδικήματα που διαπράχθηκαν την 1η Νοεμβρίου 2018 στην Αγία Νάπα.
Ο εξεταστής της υπόθεσης υπαστυνόμος του ΤΑΕ Αμμοχώστου Πανίκος Δρουσιώτης, αναφέρθηκε στα γεγονότα της υπόθεσης σύμφωνα με τα οποία γύρω στις 11.00 το βράδυ της 1ης Νοεμβρίου, 2018, λήφθηκε πληροφορία στην Αστυνομία ότι, αυτοκίνητο βρισκόταν ακινητοποιημένο στην άκρη του αυτοκινητόδρομου Λάρνακας – Αγίας Νάπας.
Μέλη της Αστυνομίας μετέβησαν στην περιοχή, όπου εντόπισαν το συγκεκριμένο όχημα, να βρίσκεται στο ρείθρο αριστερά της λωρίδας ασφαλείας, με τη μηχανή σε λειτουργία και τα φώτα αναμμένα ενώ ο οδηγός απουσίαζε. Διαπιστώθηκε επίσης ότι το τζάμι της πόρτας του συνοδηγού ήταν θρυμματισμένο από πυροβολισμό.
Ακολούθησαν έρευνες στην περιοχή, κατά τη διάρκεια των οποίων, εντοπίστηκε ανάμεσα σε θάμνους, στην απέναντι πλευρά του αυτοκινητόδρομου, νεκρός ο 33χρονος, ο οποίος έφερε αριθμό τραυμάτων από πυροβόλο όπλο, τα οποία προκάλεσαν το θάνατο του.
Σύμφωνα με τον κ. Δρουσιώτη, το θύμα ήταν γνωστό πρόσωπο στη νυχτερινή ζωή της Αγίας Νάπας και στο παρελθόν απασχόλησε την Αστυνομία με διάφορες υποθέσεις ναρκωτικών, ενώ διατηρούσε στενές φιλικές σχέσεις με τον Πανίκο Πένταφκα που καταδικάστηκε σε ισόβια για τον 4πλο φόνο της Αγίας Νάπας τον Ιούνιο του 2016 και εργαζόταν ως υπεύθυνος των διαφημιστών νυχτερινού κέντρου στην Αγία Νάπα και ανήκει στην οικογένεια Πένταφκα.
Πρόσθεσε πως θύμα στην υπόθεση του 4πλου φόνου αποτέλεσε ο 1ος ύποπτος ο οποίος βρισκόταν στη σκηνή και δέχθηκε αριθμό πυροβολισμών από τους δράστες με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά.
Είπε πως σύμφωνα με πληροφορία ημερομηνίας 15/5/2018 ο 1ος ύποπτος είχε πλησιάσει τον οδηγό λιμουζίνας που διαφημίζει το νυχτερινό κέντρο της οικογένειας Πένταφκα και «αφού τον απείλησε ότι θα τον καθαρίσει απαίτησε από αυτόν να σταματήσει να παίρνει πελάτες» στο συγκεκριμένο κέντρο.
Σύμφωνα με την ίδια πληροφορία, είπε, το βράδυ της ίδιας ημέρας (15/5/18) ο Χριστοδούλου «δέχθηκε απειλητικό τηλεφώνημα από τηλεφωνικό αριθμό», ο οποίος κατέχεται από τον αδελφότεχνο του δολοφονηθέντα Θεοφάνη Θεοφάνους, με το οποίο «του ζητήθηκε να σταματήσει να εργάζεται για το συγκεκριμένο νυχτερινό κέντρο διαφορετικά θα τον βγάλουν εκτός παιχνιδιού».
Τόσο το θύμα όσο και ο οδηγός της λιμουζίνας επιβεβαίωσαν στην Αστυνομία την πληροφορία αλλά αρνήθηκαν να υποβάλουν σχετική καταγγελία για διερεύνηση της υπόθεσης.
Ο εξεταστής ανέφερε ακόμα ότι με βάση τα στοιχεία και τις πληροφορίες αυτές ο 1ος ύποπτος κλήθηκε για ανάκριση στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίας Νάπας συνοδευόμενος από τον 2ο ύποπτο. Ο 1ος ύποπτος είπε στην Αστυνομία ότι από τις 19.30 της 1ης Νοεμβρίου 2018 βρισκόταν στο σπίτι του όπου τον επισκέφθηκαν ο 2ος και ο 3ος ύποπτος και ένας κοινός τους φίλος.
Στις 2/11/18 κλήθηκε για κατάθεση ο 4ος ύποπτος, ως φίλος του θύματος ο οποίος ανέφερε στην Αστυνομία ότι ήταν «αδελφικοί φίλοι με το θύμα» και ότι γύρω στις 7 το βράδυ ο Χριστοδούλου τον επισκέφθηκε στο διαμέρισμα του στην Αγία Νάπα, δείπνησαν μαζί, έμειναν εκεί μέχρι τις 21.00 οπόταν το θύμα έφυγε μετά από τηλεφώνημα που δέχθηκε και πως μετά την αποχώρηση του ο ίδιος δεν είχε καμία επικοινωνία μαζί του.
Σύμφωνα με τον εξεταστή της υπόθεσης, η Αστυνομία προέβη σε έλεγχο των κλειστών κυκλωμάτων της περιοχής και διαπίστωσε ότι το θύμα επισκέφθηκε συγκεκριμένο εστιατόριο στην Αγία Νάπα, στη συνέχεια μετέβη στο σπίτι του 3ου υπόπτου, παρέμεινε για δέκα λεπτά και επέστρεψε στο εστιατόριο. Το θύμα εντοπίζεται να επισκέπτεται ξανά το σπίτι του 4ου υπόπτου όπου παρέμεινε για μία περίπου ώρα, δύο ώρες αργότερα εντοπίζεται να φεύγει με το αυτοκίνητο του από εστιατόριο δίπλα στο σπίτι όπου διέμενε και να κατευθύνεται προς το κέντρο της Αγίας Νάπας.
Στη συνέχεια με βάση τα κλειστά κυκλώματα της περιοχής, το θύμα μεταβαίνει λίγο μετά τις οκτώ το βράδυ, εκ νέου στο σπίτι του 4ου υπόπτου από το οποίο και αποχωρεί λίγο πριν τις έντεκα. Ο εξεταστής της υπόθεσης είπε επίσης ότι παρά το γεγονός ότι ο 4ος ύποπτος κλήθηκε για κατάθεση δύο φορές εντούτοις απόκρυψε από την Αστυνομία τη δεύτερη επίσκεψη του θύματος.
Στο Δικαστήριο αναφέρθηκε επίσης ότι «πληροφορία που λήφθηκε από αξιόπιστη πηγή ανέφερε ότι την προηγούμενη ημέρα του εγκλήματος, ο 1ος ύποπτος ζήτησε από τον 2ο ύποπτο να του εξασφαλίσει δύο κινητά τηλέφωνα» κάτι που έκανε αγοράζοντας τα από δύο περίπτερα της Αγίας Νάπας μαζί με κάρτα προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας.
Από έρευνες της Αστυνομίας διαπιστώθηκε η αγορά των δύο κινητών τηλεφώνων και της κάρτας προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας.
Ο εξεταστής της υπόθεσης είπε επίσης ότι πληροφορία που λήφθηκε από άλλη πηγή της Αστυνομίας ανέφερε ότι «ο 1ος ύποπτος παρέδωσε στον 3ο ύποπτο ένα καινούργιο κινητό τηλέφωνο και μία κάρτα προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας με σκοπό ο τελευταίος, που συνδεόταν φιλικά με το θύμα να του τηλεφωνήσει καθοδηγώντας τον σε συνάντηση παγίδα με άγνωστο πρόσωπο».
Ο υπαστυνόμος Δρουσιώτης σημείωσε ακόμα ότι από την ακολουθία των γεγονότων συνεπάγεται πως «το θύμα παγιδεύτηκε από πρόσωπο που γνώριζε και εμπιστευόταν, το οποίο τον καθοδήγησε τηλεφωνικά στο σημείο που εντοπίστηκε ακινητοποιημένο το αυτοκίνητο του, όπου άγνωστα πρόσωπα του έστησαν καρτέρι θανάτου σκοτώνοντας τον με πυροβόλο όπλο».
Οι τέσσερις ύποπτοι συνελήφθησαν χθες από την Αστυνομία, ωστόσο αρνούνται οποιαδήποτε συμμετοχή στην υπόθεση ενώ από έρευνες στα σπίτια και σε υποστατικά τους παραλήφθηκαν διάφορα τεκμήρια μεταξύ των οποίων κινητά τηλέφωνα και κάρτες κινητής τηλεφωνίας.
Εξάλλου σε έρευνα που έγινε στο πρακτορείο στοιχημάτων του 2ου υπόπτου στην Αγία Νάπα εντοπίστηκε ένα έγγραφο στο οποίο υπήρχαν 14 ονόματα και δίπλα από κάθε όνομα ήταν γραμμένος ένας αριθμός. Σύμφωνα με τον ύποπτο στο έγγραφο αναφέρονται πελάτες του και ο αριθμός αντιστοιχεί σε χρηματικό ποσό που ο πελάτης χρωστά στο πρακτορείο», ενώ ανάμεσα στα ονόματα περιλαμβάνεται και ο 3ος ύποπτος.
Ζητώντας την κράτηση των υπόπτων για οκτώ ημέρες ο εξεταστής της υπόθεσης είπε πως μεταξύ άλλων η Αστυνομία αναζητά άλλα φυσικά πρόσωπα που είχαν εμπλοκή στην υπόθεση συμπεριλαμβανομένων και του φυσικού ή φυσικών αυτουργών, το όπλο που χρησιμοποιήθηκε για το φόνο και τα σχετικά φυσίγγια.
Κατά τη διάρκεια της αντεξέτασης του κ. Δρουσιώτη από τον Αντώνη Δημητρίου συνήγορο υπεράσπισης των τριών πρώτων υπόπτων, σημειώθηκε έντονη φραστική αντιπαράθεση μεταξύ τους, με τον δικηγόρο να χαρακτηρίζει «ανίκανο» τον υπαστυνόμο, με τον τελευταίο να αναφέρει πως αυτό θα το κρίνει η Πολιτεία και πως δεν δέχεται τέτοιους χαρακτηρισμούς.
Η Πρόεδρος του Δικαστηρίου ζήτησε από τους δύο να αποφεύγουν τη χρήση χαρακτηρισμών.
Ο κ. Δημητρίου απευθυνόμενος στον εξεταστή της υπόθεσης είπε πως λυπάται γιατί με αυτού του είδους την ελλειπή μαρτυρία, που δόθηκε, όπως είπε «για σκοπούς εντυπωσιασμού, η Αστυνομία φέρνει υποθέσεις στο Δικαστήριο, ότι κινδυνεύουν άνθρωποι να τεθούν υπό κράτηση και ότι σπαταλά δικαστικό χρόνο. Ο υπαστυνόμος Δρουσιώτης απάντησε πως αυτό θα το κρίνει το Δικαστήριο.
Αντεξεταζόμενος από τον Γιάννη Νεάρχου συνήγορο υπεράσπισης του 4ου υπόπτου, ο εξεταστής είπε πως οι όποιες υποψίες προκύπτουν για τον συγκεκριμένο ύποπτο είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος τους από τις καταθέσεις του ιδίου (4ου υπόπτου).
Αγορεύοντας υπέρ της κράτησης των τεσσάρων υπόπτων ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής είπε πως αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσον οι υποψίες της Αστυνομίας «είναι εύλογες και γνήσιες για να μπορούν να συνδέσουν τους υπόπτους με το αδίκημα», ότι τα στοιχεία τείνουν να εμπλέκουν και τους 4 στο έγκλημα χαρακτηρίζοντας πλήρως δικαιολογημένο το αίτημα της Αστυνομίας για κράτηση των υπόπτων.
Από την πλευρά του ο κ. Δημητρίου είπε μεταξύ άλλων πως οι μαρτυρίες είναι απλώς πληροφορίες που δεν μπορούν να στηρίξουν εύλογη υπόνοια σύνδεσης των υπόπτων με το έγκλημα, ότι με «την αίτηση προφυλάκισης παρουσιάστηκαν γενικότητες και αοριστίες», σημείωσε πως ο ανακριτής της υπόθεσης «ενδεχομένως να επέδειξε υπερβάλλοντα ζήλο» και ότι ο τρόπος παρουσίασης της αίτησης είναι «ανεπαρκής».
Ζήτησε ακόμα από την Αστυνομία «να βρει τους ενόχους και να τους παρουσιάσει ενώπιον του Δικαστηρίου», προσθέτοντας πως «δεν περιποιεί τιμή» για την Αστυνομία ο τρόπος με τον οποίο παρουσίασε την υπόθεση στο Δικαστήριο.
Ο Γιάννης Νεάρχου είπε πως είναι έργο της Αστυνομίας να τεκμηριώσει την εμπλοκή των υπόπτων στα αδικήματα και ότι «δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας πως ο πελάτης του, δηλαδή ο 4ος ύποπτος σε οποιοδήποτε στάδιο πριν ή μετά το έγκλημα είχε οποιαδήποτε επαφή ή επικοινωνία με γνωστό ή άγνωστο πρόσωπο που συμμετείχε στην διάπραξη του εγκλήματος».
Η Πρόεδρος του Δικαστηρίου εξέδωσε τελικά γύρω στις 5 το απόγευμα την απόφαση της και ενέκρινε το αίτημα της Αστυνομίας για κράτηση των υπόπτων για οκτώ μέρες αναφέροντας πως υπάρχει «εύλογη και γνήσια υπόνοια» ότι οι ύποπτοι 1, 2 και 3 ενέχονται στα υπό διερεύνηση αδικήματα, ενώ για τον 4ο ύποπτο είπε ότι «υπάρχει εύλογη και γνήσια υποψία ότι απέκρυψε ότι το θύμα πήγε για δεύτερη φορά στην οικία του».
Σημειώνεται ότι η αίθουσα του Δικαστηρίου ήταν κατάμεστη από αστυνομικούς, ενώ στην αίθουσα υπήρχαν και πάνοπλοι αστυνομικοί της ΜΜΑΔ με αλεξίσφαιρα γιλέκα.