Είμαστε πλέον όλοι μέρος της λύσης για διαχείριση της πανδημίας και επιστροφή στην κανονικότητα, λέει στο ΚΥΠΕ ο επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής Κωνσταντίνος Τσιούτης, ο οποίος τονίζει για άλλη μια φορά ότι επιβάλλεται η συνεργασία και αλληλεγγύη της κοινωνίας και η επίκληση της ατομικής ευθύνης ενός εκάστου για να εξέλθουμε από την κατάσταση την οποία βιώνουμε εδώ και ένα και περισσότερο χρόνο.
Τονίζει επίσης ότι ο εμβολιασμός είναι, σε αυτή τη χρονική φάση, το σημαντικότερο όπλο που θα μας επαναφέρει πιο γρήγορα σε μία λειτουργική καθημερινότητα.
Σε συνέντευξη στο ΚΥΠΕ ο κ. Τσιούτης σημείωσε για μια ακόμη αφορά ότι η Συμβουλευτική Επιστημονική Επιτροπή (ΣΕΕ) εδώ και αρκετό καιρό ξεκαθάρισε ότι δεν θα προχωρά σε σχολιασμό μέτρων που βρίσκονται σε εφαρμογή ή μέτρων που θα εφαρμοστούν ή ακόμα και για άρση μέτρων και επικεντρώνεται πλέον στην ενημέρωση των πολιτών και στην ανάγκη να κατανοήσουμε όλοι, από τον εργαζόμενο, το γονιό, τον παππού, τη γιαγιά, το μαθητή, το παιδί, ότι κλειδί για την αντιμετώπιση της πανδημίας από εδώ και πέρα είμαστε εμείς οι ίδιοι και ο κάθε ένας από εμάς ξεχωριστά.
«Αυτό θα είναι το σύνθημά μας, ας μου επιτραπεί ο όρος, από τώρα και στο εξής. Να περάσουμε στους συμπολίτες μας το μήνυμα της συνεργασίας και της αλληλεγγύης. Αυτό που υπερέχει είναι όπου επιλέξουμε να πάμε, με όποιον/όποια βρεθούμε, να τηρούμε αυτά τα βασικά μέτρα τα οποία γνωρίζουμε ότι μας προστατεύουν», ανέφερε.
Σύμφωνα με τον Δρ. Τσιούτη, δεδομένης της επιδημιολογικής εικόνας και της εμπειρίας που έχουμε αποκτήσει ζώντας με την πραγματικότητα της πανδημίας εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο, το ζήτημα δεν είναι πόσο αυστηρά θα έπρεπε να είναι τα μέτρα ή να διαχωρίζουμε όποιον τα τηρεί και όποιον δεν τα τηρεί, αλλά η ευθύνη που έχει ο καθένας μας, πρωτίστως απέναντι στον εαυτό του αλλά και έναντι των γύρω του.
«Για να το εξηγήσω με απλά λόγια: Η νέα κανονικότητα που ζούμε είναι πως ο ιός και οι μεταδόσεις είναι αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας. Είναι πλέον υποχρέωση όλων μας να μάθουμε να λειτουργούμε με αυτό, να σεβόμαστε την κοινωνία της οποίας είμαστε όλοι μέρος, και να κάνουμε βίωμά μας αυτά που ξέρουμε ότι περιορίζουν τη μετάδοση από άτομο σε άτομο και παράλληλα προστατεύουν τον περίγυρό μας», αναφέρει.
Σε παρατήρηση ότι μερίδα του κόσμου εξακολουθεί να αντιδρά, φαίνεται απρόθυμη να ακολουθήσει τις συμβουλές των ειδικών και εγκαλεί την Επιτροπή διότι θεωρεί πως άδικα λήφθηκαν τα μέτρα, ειδικά για κλείσιμο των οικονομικών δραστηριοτήτων, ο επικεφαλής της ΣΕΕ σημειώνει ότι ως ειδικοί, οι συμβουλές και εισηγήσεις τους προς τον κόσμο, δεν θα έπρεπε να είναι σε σχέση με τα περιοριστικά μέτρα και το θέμα του εγκλεισμού, «ούτε να προσπαθούμε να προβλέπουμε για να ικανοποιήσουμε ένα πρόσκαιρο ερώτημα».
«Εμείς από τη θέση μας και από το ρόλο που μας ανατέθηκε, έχουμε υποχρέωση να εξηγούμε τα επιστημονικά θέματα που προκύπτουν με απλό τρόπο, ώστε να εγκαταστήσουμε μία γλώσσα επικοινωνίας που να είναι κατανοητή σε όλους», σημειώνει.
Εμβολιασμοί στην Κύπρο
Σε σχέση με το εμβολιαστικό πρόγραμμα ο επικεφαλής της Επιτροπής σημειώνει στο ΚΥΠΕ ότι από στοιχεία της πραγματικής ζωής σε χώρες όπου ο εμβολιασμός έχει προχωρήσει σημαντικά, φαίνεται αποδεδειγμένα ότι μειώνει τη σοβαρή νόσο, και άρα μειώνονται οι νοσηλείες, προστατεύει ζωές, μειώνει τη μετάδοση, επιτρέποντας τη μετάβαση σε χαλαρώσεις και σε άνοιγμα οικονομικών, πολιτιστικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων.
«Κάτι ανάλογο ήδη παρατηρήθηκε και στην Κύπρο, όπου η πλειοψηφία των ατόμων ηλικίας άνω των 70 έχουν εμβολιαστεί και γι’ αυτό βλέπουμε ότι το ποσοστό αυτών των ατόμων που νοσηλεύονται έχει πέσει σημαντικά. Παράλληλα, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που πεθαίνουν λόγω COVID19 είναι ανεμβολίαστοι», ανέφερε.
Σύμφωνα με τον Δρ. Τσιούτη, υπάρχουν την ίδια ώρα πολλά πράγματα που δεν γνωρίζουμε ακόμα με βεβαιότητα και γι’ αυτό δεν μπορεί να υπάρξει πλήρης άρση των μέτρων. Επαναλαμβάνει ότι τα ατομικά μέτρα προστασίας, θα χρειαστεί να συνεχίσουν να ισχύουν, όπως είναι η αποστασιοποίηση, η μείωση του συνωστισμού, ο εργαστηριακός έλεγχος των ατόμων με συμπτώματα και των στενών επαφών και ο περιορισμός στο σπίτι όπου αυτό ενδείκνυται.
«Το βέβαιο όμως είναι ότι στη χρονική φάση που βρισκόμαστε, ο εμβολιασμός είναι το σημαντικότερο όπλο που θα μας επαναφέρει πιο γρήγορα σε μία λειτουργική καθημερινότητα», αναφέρει.
Σε σχέση με τις αντιδράσεις για την άρση των όσων ανακοινώθηκαν για παρουσία στις εκκλησίες τις μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας σε συνδυασμό και με την ανοικτή επιστολή που απηύθυνε στους πολίτες η Επιτροπή, ο κ. Τσιούτης σημείωσε εκ νέου ότι το ζήτημα δεν είναι τι παραμένει ανοικτό και ποιος τηρεί ή όχι τα μέτρα και τα πρωτόκολλα.
Εξηγεί ότι οι εκάστοτε συνθήκες σε κάθε φάση κλιμάκωσης ή αποκλιμάκωσης μέτρων βρίσκουν κάποιους χώρους να έχουν πληγεί περισσότερο από άλλους, οδηγώντας κάποια μερίδα του πληθυσμού να αντιδρά ή να κάνει συγκρίσεις.
«Αυτό δυστυχώς είναι αναπόφευκτο και αντιλαμβάνομαι το αίσθημα αδικίας που μπορεί να επικρατεί, όμως μη ξεχνάμε ότι περνάμε μία πρωτοφανή κρίση δημόσιας υγείας, η οποία από μόνη της είναι άδικη. Ο στόχος της επιστολής ήταν να καταλάβουμε ότι δεν είμαστε όλοι μέρος του προβλήματος, αλλά είμαστε όλοι, μέρος της λύσης, και ο μόνος τρόπος να βγούμε από αυτή την κρίση το συντομότερο δυνατόν, είναι να αντιληφθούμε ότι όλοι έχουμε ρόλο και να βοηθήσουμε, ο καθένας μας από τη δική του θέση και με το δικό του τρόπο», αναφέρει.
Ο Δρ. Τσιούτης σημειώνει πως ως επιστήμονες-σύμβουλοι, η επικοινωνία τους με τον κόσμο πρέπει να είναι στο ίδιο επίπεδο με αυτήν που έχουν καθημερινά στην εργασία τους και με τους ασθενείς τους, «δηλαδή να μεταφέρουμε τα επιστημονικά δεδομένα με απλά λόγια, να λύνουμε απορίες και να εξηγούμε όσο πιο απλά μπορούμε πώς θα λειτουργούμε καθημερινά σε ένα πλαίσιο ασφάλειας, αποφεύγοντας να είμαστε μέρος της αλυσίδας μετάδοσης».
«Η επιστολή που καταθέσαμε έχει στόχο αυτό ακριβώς και γι’ αυτό υπογράφεται ονομαστικά από τα άτομα που τη στηρίζουν», αναφέρει.
Μεταλλάξεις και αποτελεσματικότητα εμβολίων
Σε ότι αφορά τις μεταλλάξεις του ιού, την συζήτηση για επανάληψη πτήσεων και τον κίνδυνο άλλες μεταλλάξεις πέραν της βρετανικής να εισέλθουν στην κοινότητα αλλά και το πόσο αποτελεσματικά είναι τα εμβόλια, ο Δρ. Τσιούτης αναφέρει ότι ο SARS-CoV-2 είναι ένας ιός που μεταλλάσσεται συχνά και γρήγορα και ανάμεσα στις δεκάδες χιλιάδες μεταλλάξεις του ιού που καταγράφηκαν, ορισμένες έχουν επιδημιολογική και κλινική σημασία, καθώς μεταδίδονται ευκολότερα ή/και κάνουν πιο βαριά νόσο.
Σημειώνει ότι λανθασμένα όμως κυριαρχεί η εντύπωση ότι οι πρώτες μεταλλάξεις εμφανίστηκαν το Δεκέμβριο και ότι έκτοτε βρισκόμαστε σε επικίνδυνη τροχιά λόγω της μετάδοσής τους και της εμφάνισης νέων μεταλλάξεων.
«Η αλήθεια είναι πως έχουμε δει από την αρχή της πανδημίας πολλές μεταλλάξεις, όχι μόνο να εμφανίζονται, αλλά και να μεταδίδονται και να κυριαρχούν. Σαν παράδειγμα φέρνω τη μετάλλαξη D614G, η οποία οδηγεί σε ταχύτερη αναπαραγωγή του ιού μέσα στα ανθρώπινα κύτταρα, καθιστώντας ευκολότερη τη μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο. Σημειωτέο ότι η μετάλλαξη αυτή εμφανίστηκε περισσότερο από ένα χρόνο πριν, γύρω στο Φεβρουάριο 2020, και ευθύνεται για το πρώτο σφοδρό κύμα της πανδημίας στην Ευρώπη», εξηγεί.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Επιτροπής, η δημοσιότητα που έλαβε το συγκεκριμένο στέλεχος είναι μηδαμινή σε σχέση με τη δημοσιότητα που δίνεται στις νεότερες μεταλλάξεις και το αίσθημα φόβου που τη συνοδεύει, όπως για παράδειγμα τη Β1.1.7, τη B1.351, την P1 και τη B1.167.
«Κανείς δεν αμφισβητεί τη σημασία των μεταλλάξεων αυτών και βλέπουμε ήδη πόσο έχει αλλάξει η επιδημιολογική μας εικόνα λόγω του στελέχους του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά κλειδί και πάλι για την αντιμετώπιση των μεταλλάξεων αυτών είναι η αναχαίτιση της μετάδοσης μέσω της ατομικής προστασίας και του εμβολιασμού», αναφέρει.
Ο Δρ. Τσιούτης σημειώνει στο ΚΥΠΕ ότι το άλλο στοιχείο που πρέπει να έχουμε υπόψιν μας είναι η διάρκεια της πανδημίας, προσθέτοντας ότι κανείς μας δεν ξέρει πόσο ακόμα θα διαρκέσει, τι έντασης θα είναι, ή τι μορφή θα πάρει όταν και εάν το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης της υφηλίου φτάσει τα προσδοκώμενα επίπεδα.
«Για την ακρίβεια, δεν μπορούμε να καταδείξουμε ούτε το τελευταίο στοιχείο με ακρίβεια, δηλαδή ποιο είναι αυτό το ποσοστό του πληθυσμού που πρέπει να εμβολιαστεί, για να αλλάξει η πορεία της πανδημίας και ποια θα είναι η πορεία αυτή», αναφέρει.
Σημειώνει όμως ότι είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι ο ιός μεταδίδεται κυρίως από άτομο σε άτομο μετά από στενή επαφή και σε χώρους με συνωστισμό και κακό αερισμό, ο εμβολιασμός μειώνει τη μετάδοση, και την πιθανότητα κάποιος να κάνει συμπτώματα, να μπει νοσοκομείο, ή να πεθάνει από COVID19 και όσο υπάρχει μετάδοση, τόσο υπάρχει η πιθανότητα εμφάνισης και μετάδοσης νέων μεταλλάξεων.
«Ας οραματιστούμε λοιπόν ένα σενάριο, στο οποίο όλοι μας, συνεργαζόμαστε για να ανακόψουμε τη μετάδοση του ιού στην κοινωνία, εφαρμόζουμε τα ατομικά μέτρα και τους καθημερινούς κανόνες ατομικής προστασίας, εμβολιαζόμαστε όταν έρθει η σειρά μας, και όποτε μπαίνει ο ιός στην κοινωνία μας, καταφέρνουμε με αυτά τα μέτρα να περιορίσουμε τη μετάδοσή του και να 'σβήσουμε' τις αλυσίδες μετάδοσης. Αυτό θα έκανε την καθημερινότητά μας ευκολότερη, θα ενίσχυε το αίσθημα ασφάλειας που όλοι μας πλέον αναζητούμε και, πάνω απ’ όλα, θα κρατούσε την κοινωνία μας ασφαλή και υγιή», αναφέρει.
Η κατάσταση μετά τις 10 Μαΐου
Σε ερώτηση ποιοι παράγοντες και ποιες παράμετροι θα ληφθούν υπόψη για τα μέτρα που θα ισχύσουν μετά τις 10 Μαΐου με δεδομένο ότι τα κρούσματα αυτής της βδομάδας θα νοσήσουν και θα χρειαστούν ίσως νοσηλεία την μεθεπόμενη βδομάδα, ο Δρ. Τσιούτης σημειώνει ότι "ναι γνωρίζουμε ότι υπάρχει μία χρονική καθυστέρηση μεταξύ των νέων περιστατικών, των νοσηλειών, των νοσηλειών σε ΜΕΘ και των θανάτων και όντως από τα περιστατικά αυτής της εβδομάδας, κάποιοι θα νοσηλευθούν την επόμενη εβδομάδα, κάποιοι θα χρειαστούν ΜΕΘ τη μεθεπόμενη εβδομάδα, και δυστυχώς θα καταγραφούν και θάνατοι".
«Θα ανακατευθύνω την ερώτηση και θα της δώσω τον προσανατολισμό και τη χροιά που θα έπρεπε να ακολουθούμε πλέον όλοι μας, όταν αναρωτιόμαστε τι δεν πήγε καλά ή πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τα πράγματα. Εφόσον γνωρίζουμε τον τρόπο που μεταδίδεται ο ιός, εφόσον γνωρίζουμε ότι αν δεν προσέξουμε εμείς οι ίδιοι, θα ρισκάρουμε να κολλήσουμε και να το μεταδώσουμε στους δικούς μας ανθρώπους, βάζοντάς τους σε κίνδυνο να καταλήξουν στο νοσοκομείο ή ακόμα χειρότερα, ο μόνος τρόπος να έχουμε συζήτηση προς όφελος του συνόλου, είναι να αλλάξουμε τον προσανατολισμό μας», αναφέρει.
Ο Δρ. Τσιούτης τονίζει στο ΚΥΠΕ ότι μέσα από την εμπειρία και γνώση που έχουμε όλοι αποκτήσει, η συζήτησή μας θα πρέπει να είναι στο πώς, θα συνεργαστούμε όλοι, ώστε να επανέλθουμε σταδιακά σε μία κανονικότητα, η οποία θα περιλαμβάνει επαναδραστηριοποίηση της οικονομίας, της κοινωνίας και του πολιτισμού, τόσο σε ασφαλή όσο και βιώσιμα πλαίσια, ώστε να κρατήσουμε όσο γίνεται πιο μακριά οποιαδήποτε πιθανότητα νέας έξαρσης και συζήτησης περί κλιμάκωσης μέτρων.
Πηγή: ΚΥΠΕ