Το επόμενο βήμα λόγω εξάντλησης στην επιβολή άλλων περιοριστικών μέτρων είναι το lockdown αλλά πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία, λέει στο ΚΥΠΕ ο Επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο και Παθολόγος με εξειδίκευση στον Έλεγχο Λοιμώξεων, Δρ Κωνσταντίνος Τσιούτης, σημειώνοντας ότι η κατάσταση θα χειροτερέψει τον Ιανουάριο λόγω των κλιματολογικών συνθηκών.
Ο Δρ Τσιούτης είπε ότι είμαστε όντως ένα βήμα πριν το γενικευμένο lockdown, τονίζοντας ότι αυτό πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία γιατί και με αυτό το μέτρο τα αποτελέσματα αργούν να φανούν.
Σημείωσε ότι «δεν είναι και πολλά τα μέτρα που έχουν μείνει για να μπουν. Το επόμενο βήμα θα είναι το lockdown αν δούμε το καμπανάκι να κτυπά, έτσι που δεν θα έχουμε άλλη επιλογή».
«Θέλω να αποφευχθεί το lockdown όσο γίνεται. Η απόφαση για lockdown είναι δεσμευτική γιατί σημαίνει ότι η κατάσταση έχει φθάσει στο απροχώρητο και δεν ελέγχεται πια. Όμως, η όποια βελτίωση με το lockdown θα αργήσει να φανεί. Αλλάζουν οι επιδημιολογικοί στόχοι με το lockdown που είναι δεσμευτικό και επιπλέον των επιπτώσεων που θα έχει στην οικονομία και στην κοινωνία και στην ψυχολογία του κόσμου είναι κάτι που θα χρειαστεί να κρατήσει. Το έχουμε ζήσει σε πάρα πολλές χώρες του εξωτερικού οι οποίες από τον Νοέμβριο βρίσκονται σε lockdown από το οποίο ουσιαστικά καμία χώρα δεν έχει καταφέρει να βγει γιατί είτε γίνεται πιο αυστηρό είτε παρατείνεται. Αυτή είναι η συζήτηση που έχουμε κάνει πολλές φορές τον Οκτώβριο και Νοέμβριο ότι αν μπαίναμε σε lockdown ουσιαστικά εκεί θα βρισκόμασταν. Με το lockdown αλλάζουν οι στόχοι, θέλεις να δεις σημαντική μείωση που δεν θα φαινόταν μέσα σε δύο ή τρεις εβδομάδες», είπε.
Αυτό που είναι σίγουρο, συνέχισε ο Δρ Τσιούτης είναι ότι η κατάσταση παραμένει κρίσιμη. «Η περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων μας δείχνει ότι είναι σταθερά τα πράγματα, υπάρχει μια μικρή περίπτωση να μπαίνουμε σε φάση βελτίωσης αλλά είναι πολύ πρώιμο για συμπεράσματα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί θα πρέπει να παραμείνουν και πρέπει να τηρηθούν όσο το δυνατό περισσότερο», σημείωσε.
Αυτό βέβαια, συνέχισε, δεν σημαίνει ότι με τις επιλογές μας θα πρέπει να φθάσουμε στο ανώτατο όριο των μέτρων. «Θα πρέπει να καταλάβουμε την φιλοσοφία και τον σκοπό των μέτρων ώστε να τα ακολουθήσουμε και με αυτό τον τρόπο να περιορίσουμε όσο μπορούμε και τον εαυτό μας από το να εκτεθούμε σε κάτι που μπορεί να είναι μεταδοτικό αλλά και να περιορίσουμε και τους γύρω μας από τον αυξημένο κίνδυνο που συνοδεύει αυτή την επιδημιολογική εικόνα», ανέφερε.
Είπε πως τα μέτρα που έχουν επιβληθεί θα αργήσουν να αποδώσουν. «Όπως είδαμε τον Νοέμβριο, τα μέτρα που μπήκαν στις επαρχίες που ήταν οι πιο πληγείσες χρειάστηκε πάνω από τρεις εβδομάδες για να φανούν. Όμως τώρα ακόμα και ένα μήνα μετά που άρθηκαν εκείνα τα μέτρα και το βλέπουμε στην εθνική αναφορά, ότι εκείνες οι συγκεκριμένες επαρχίες έχουν την καλύτερη επιδημιολογική εικόνα σε σχέση με άλλες επαρχίες», πρόσθεσε.
Επεσήμανε, ότι τα μέτρα έχουν συγκεκριμένους στόχους λόγω της βεβαρημένης εικόνας που έχουμε στην Κύπρο και αργούν να αποδώσουν. Όπως βλέπουμε, ανέφερε, και σε πάρα πολλές χώρες της Ευρώπης ακόμη και εκεί όπου είχαν μπει σε μερικό lockdown πολλές από αυτές δεν κατάφεραν να ελέγξουν την έξαρση και έφτασαν στο σημείο μέσα στις γιορτές να μπαίνουν σε καθολικό lockdown. «Άρα όλα αυτά έχουν να κάνουν με τις ιδιότητες του συγκεκριμένου ιού, με τον τρόπο που μεταδίδεται, τον μεγάλο χρόνο επώασης που έχει αλλά και με τον βαθμό στον οποίο όλοι μας μορφωνόμαστε με τα βασικά ατομικά μέτρα προστασίας», σημείωσε.
Ερωτηθείς που οφείλεται η βεβαρημένη εικόνα που έχουμε, είπε πως φταίνε πολλά πράγματα κι όχι μόνο ένα. «Φταίει η κούραση που έχει επέλθει μετά από τόσους μήνες, φταίει και η ψυχολογική κόπωση η οποία σε παγκόσμιο επίπεδο δεν έχει ελεγχθεί εδώ και ένα χρόνο, φταίει το ότι μπαίνουμε σε συνθήκες Χειμώνα και άρα αυξάνεται η παραμονή και ο συνωστισμός σε κλειστούς χώρους. Φταίει ακόμη, το γεγονός ότι με τον τρόπο που μεταδίδεται ο ιός μόλις ξεπεραστεί ένα κρίσιμο όριο η μετάδοση του γίνεται πολύ πιο εύκολα. Επίσης, συνδράμει και η μειωμένη συμμόρφωση με τα μέτρα είτε είναι τα ατομικά μέτρα είτε είναι τα διάφορα πρωτόκολλα και μέτρα που υπάρχουν σε κλειστούς χώρους. Κι αυτό είναι μια γενική παρατήρηση που παραδεχόμαστε όλοι», συμπλήρωσε.
Τόνισε ότι οι γιορτές είναι περίοδος υψηλού κινδύνου και αναμένονται αυξημένα κρούσματα. «Υπήρξαν προειδοποιήσεις από τις αρχές Δεκεμβρίου, ήδη αρχίσαμε και βλέπουμε ότι άτομα που βρίσκονταν σε τραπέζια, σε επισκέψεις σε διάφορες οικίες και κλειστούς χώρους τελικά κατέληξαν να εκτεθούν και να γίνουν θετικοί και να βρίσκονται σε αυτοπεριορισμό. Πολλά άτομα βρίσκονται σήμερα σε αυτοπεριορισμό επειδή την ημέρα των Χριστουγέννων εκτέθηκαν σε θετικά άτομα σε τραπέζια ή σε συναντήσεις με άτομα από πολλά διαφορετικά νοικοκυριά», σημείωσε.
Σε ερώτηση αν θα υπάρξει μείωση στον αριθμό των κρουσμάτων είπε ότι «ελπίζουμε πως σιγά σιγά θα αρχίσουμε να βλέπουμε τα αποτελέσματα των μέτρων αλλά δεν μπορούμε να αποκλείσουμε κανένα ενδεχόμενο».
Κληθείς να σχολιάσει την πίεση που δέχεται το σύστημα υγείας, είπε πως αυτό είναι το πιο ανησυχητικό και που έχει φέρει ουσιαστικά την εντατικοποίηση των μέτρων. «Υπάρχει πίεση στο σύστημα υγείας με ένα αριθμό νοσηλευόμενων. Αυτοί που νοσηλεύονται τώρα είναι άτομα, τα οποία κόλλησαν τον ιό πριν μια-δύο-τρεις εβδομάδες. Δυστυχώς η κλινική πορεία του ιού είναι τέτοια που όταν κάποιος νοσηλεύεται πρέπει να κάτσει μέσα αρκετές ημέρες, άρα κρατά ένα κρεβάτι και το δεσμεύει. Έτσι αυξάνονται και οι εισαγωγές και η μεγαλύτερη πίεση έρχεται στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, όπου εκεί οι κλίνες και το προσωπικό έχουν συγκεκριμένο αριθμό», πρόσθεσε.
Το γεγονός, ανέφερε, ότι είχαμε μέχρι τώρα συναντήσεις στα σπίτια σε στενό περιβάλλον οδήγησε σε έξαρση των ευπαθών ατόμων στον ιό με αποτέλεσμα αυτά τα άτομα να έχουν μεγάλη πιθανότητα τις επόμενες ημέρες να χρειαστεί να μπουν στα νοσοκομεία.
Όλα αυτά, είπε, έχουν οδηγήσει στην ανάγκη λήψης προληπτικών μέτρων στην κοινότητα για αναχαίτιση της μετάδοσης και στην αυξημένη προετοιμασία που ακολουθεί ο ΟΚΥπΥ για τα νοσηλευτήρια του.
Αναμφίβολα, σημείωσε, θα συνεχίσουμε να βλέπουμε θανάτους. «Όταν έχεις τόσα πολλά περιστατικά την ημέρα, τότε εξυπακούεται ότι κάποιοι θα πεθάνουν. Αυτό πρέπει να καταλάβουμε, ότι αυτή τη στιγμή με τις δραστηριότητες που υπάρχουν εκτίθενται στον ιό άτομα που έχουν μεγάλη πιθανότητα να πεθάνουν και δεν μιλάμε μόνο για ηλικιωμένους αλλά και για άτομα με χρόνια προβλήματα υγείας», πρόσθεσε.
Ο Δρ Τσιούτης είπε ότι κατά τον Ιανουάριο η κατάσταση θα χειροτερέψει λόγω των κλιματολογικών συνθηκών. «Ξέρουμε από επιδημιολογικής άποψης ότι ο Γενάρης θα είναι ο χειρότερος μήνας όχι μόνο σε εμάς αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Έχουμε δει μια ακτίδα φωτός με τους εμβολιασμούς αλλά μέχρι να εμβολιαστεί αρκετό ποσοστό του πληθυσμού και να κάνουν ανοσία θα περάσουν αρκετοί μήνες. Οι επόμενοι μήνες θα είναι εξαιρετικά δύσκολοι. Έχουμε μάθει πολλά πράγματα και αυτό είναι το βασικό μήνυμα ότι όλοι μας ξέρουμε πώς μπορούμε να αποφύγουμε την μετάδοση, πώς μπορούμε να προστατευτούμε κι εμείς και να προστατευθούν και οι γύρω μας. Κι αυτό πρέπει να είναι το βασικό μήνυμα των ημερών ότι τα μέτρα θα πρέπει να τα εφαρμόζουμε για να δούμε μια βελτίωση στην εικόνα», κατέληξε.