ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Υπόθεση Λαϊκής: Κατάθεσε η πρώην οικονομική Διευθύντρια

Δείτε όλα όσα ανάφερε στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας

Ο Ευθύμιος Μπουλούτας ήταν αρνητικός ως προς τη συμπερίληψη στις οικονομικές καταστάσεις της Λαϊκής Τράπεζας, για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30/9/2011, της απομείωσης των ελληνικών ομολόγων και της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα, υποστήριξε η τότε Οικονομική Διευθύντρια του Ομίλου Αννίτα Φιλιππίδου, μιλώντας ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας.

Η κα. Φιλιππίδου είχε παρουσιαστεί σήμερα ως μάρτυρας κατηγορίας στην ποινική δίκη εναντίον υψηλόβαθμων στελεχών της πρώην Λαϊκής Τράπεζας κατά την οποία εξετάστηκε από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής. Η κα. Φιλιππίδου θα αντεξεταστεί αύριο από τους συνηγόρους υπεράσπισης των κατηγορουμένων.

Κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας Ευθύμιος Μπουλούτας, ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος Παναγιώτης Κουννής, ο μη εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Νεοκλής Λυσάνδρου και το μη εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας Μάρκος Φόρος.

Ερωτηθείς σχετικά με συνάντηση που είχε στην Αθήνα στις 27/7/2011 με τον κ. Μπουλούτα, τον αποβιώσαντα Δημήτρη Σπανοδήμο, τότε Υπεύθυνο Στρατηγικής και Chief Risk Officer του Ομίλου και τους εξωτερικούς ελεγκτές της PwC Ευγένιο Ευγενίου και της Grant Thornton Σταύρο Ιωάννου, η κα. Φιλιππίδου υποστήριξε ότι ο κ. Μπουλούτας εξέφρασε τη θέση ότι το πρώτο κούρεμα των ελληνικών ομολόγων(PSI) που έγινε τον Ιούλιο «δεν είχε αποσαφηνιστεί» έτσι δεν μπορούσε να υπολογιστεί η όποια επίπτωση στην υπεραξία των εργασιών της τράπεζας και ότι με το κούρεμα η Ελλάδα «είχε σωθεί και τα πράγματα θα βελτιώνονταν».

Ανέφερε, επίσης, ότι ο κ. Σπακοδήμος είχε εκφράσει τη θέση ότι το μοντέλο που χρησιμοποιείτο μέχρι τότε για τον υπολογισμό της απομείωσης της υπεραξίας της τράπεζας θα έπρεπε να διαφοροποιηθεί λόγω της διασυνοριακής συγχώνευσης της Λαϊκής Τράπεζας με την Marfin Egnatia την 1/4/2011, κάτι που, όπως είπε η κα. Φιλιππίδου, θα έδειχνε χαμηλότερη απομείωση λόγω του ότι η κυπριακή τράπεζα βρισκόταν σε καλύτερη κατάσταση.

Ανέφερε ότι το θέμα είχε ξανά συζητηθεί σε νέα συνάντηση στις 24/8/2011 στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της οποίας είχαν διατυπωθεί οι ίδιες θέσεις και αποφασίστηκε όπως μη γίνει υπολογισμός της απομείωσης της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα για τους δύο πιο πάνω λόγους.

Η κα. Φιλιππίδου ανέφερε ότι σε ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε προς τον κ. Μπουλούτα στις 8/11/2011 του υποδείκνυε ότι τα προκαταρκτικά οικονομικά αποτελέσματα της τράπεζας θα έπρεπε να περιέχουν και την απομείωση των ελληνικών ομολόγων, αφού είχε προηγηθεί και το δεύτερο κούρεμα (PSI Plus) που ανακοινώθηκε στις 27/10/2011.

Όπως είπε, η δική της εισήγηση ήταν ότι θα έπρεπε να συμπεριληφθεί στα οικονομικά αποτελέσματα μια απομείωση της υπεραξίας της τάξης των 600 -900 εκατομμυρίων ευρώ κάτι που είχαν κάνει και άλλες τράπεζες, πρόσθεσε. Η κα. Φιλιππίδου ισχυρίστηκε ότι ο κ. Μπουλούτας ήταν αρνητικός σε κάτι τέτοιο και διαφώνησε μαζί της ως προς το ύψος του ποσού, το οποίο ο ίδιος έκρινε ως «πάρα πολύ ψηλό».

Η κα. Φιλιππίδου υποστήριξε ότι η θέση του εξωτερικού Ελεγκτή της PwC Ευγένιου Ευγενίου ήταν ότι το ποσό της απομείωσης της υπεραξίας της τράπεζας για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011 ανέρχονταν στο €1,126 δις, θεωρώντας το ποσό που η ίδια εισηγήθηκε ως χαμηλό. Είπε ότι τη θέση του κ. Ευγενίου την απέστειλε στον κ. Μπουλούτα με κοινοποίηση προς τους Χρίστο Στυλιανίδη και Παναγιώτη Κουννή.

Ανέφερε, επίσης, ότι ο κ.Μπουλούτας είχε διαφωνήσει τόσο με το ποσό που είχε εισηγηθεί η ίδια τόσο και με το ποσό που είχε εισηγηθεί ο κ. Ευγενίου με την ίδια να επιμένει, όπως είπε, στη θέση ότι θα έπρεπε να συμπεριληφθεί ένα ποσό ως απομείωση της υπεραξίας.

Λόγω της ισχυρής αντίδρασης του κ. Μπουλούτα εισηγήθηκε, όπως υποστήριξε, να συμπεριληφθεί ένα μικρότερο ποσό της τάξης των €250 εκατομμυρίων ως ένα ελάχιστο ποσό απομείωσης της υπεραξίας στις οικονομικές καταστάσεις της τράπεζας με τους εξωτερικούς ελεγκτές να υποδεικνύουν ότι το ποσό ήταν πολύ μικρό και δεν ήταν αρκετό.

Το ποσό αυτό θα μπορούσε να διορθωθεί με τον έλεγχο της απομείωσης που θα γινόταν στις 31/12/2011, πρόσθεσε, θέση με την οποία συμφώνησαν και οι εξωτερικοί ελεγκτές, όπως είπε.

Η κα. Φιλιππίδου είπε επίσης ότι η δική της θέση ήταν ότι στις οικονομικές καταστάσεις του εννιαμήνου θα έπρεπε να συμπεριληφθεί τόσο το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων της τάξης του 50% όσο και το ποσό των €250 εκατομμυρίων ως απομείωση της υπεραξίας. Είπε ότι αυτές τις οικονομικές καταστάσεις τις είχε αποστείλει ηλεκτρονικά στον κ. Μπουλούτα, ο οποίος της είχε δώσει οδηγίες, όπως ισχυρίστηκε, προκειμένου να ετοιμάσει τις καταστάσεις «με συγκεκριμένο τρόπο».

Συγκεκριμένα, όπως είπε, της είχε ζητήσει να μην περάσει οποιοδήποτε κούρεμα των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου και οποιαδήποτε απομείωση της υπεραξίας των εργασιών της τράπεζας με τον ίδιο να διατυπώνει την άποψη, πρόσθεσε, ότι η απομείωση της υπεραξίας θα έπρεπε να συμπίπτει με το κούρεμα των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου.

Ο κ. Μπουλούτας, σύμφωνα με την ίδια, είχε εκφράσει επίσης τη θέση ότι θα έπρεπε να γίνει μια μελέτη από εξωτερικούς οίκους και πως το ποσό της απομείωσης της υπεραξίας θα πρέπει να ανέρχεται «γύρω στα €300-500 εκατομμύρια για να είμαστε αξιόπιστοι».

Είπε ότι ο κ. Μπουλούτας της είχε ζητήσει να ετοιμάσει τις νέες οικονομικές καταστάσεις με τον τρόπο που της είχε υποδείξει για να τις συζητήσει με το Διοικητικό Συμβούλιο σε συνεδρία του στις 25/11/2011. Είπε ότι η ίδια ετοίμασε τις καταστάσεις όπως τις είχε ζητήσει ο κ. Μπουλούτας, επισημαίνοντας του ωστόσο ότι δεν ήταν σύμφωνες με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και πως αυτή ήταν και άποψη των εξωτερικών ελεγκτών. Είπε ότι η ίδια δεν υπόγραψε αυτές τις καταστάσεις λόγω της διαφωνίας της, ενώ σκεφτόταν και να παραιτηθεί, όπως είχε αναφέρει και στην κατάθεση της.

Ισχυρίστηκε, τέλος ότι ο κ. Μπουλούτας θεωρούσε ότι δεν έπρεπε να συμπεριληφθεί στις οικονομικές καταστάσεις η απομείωση των ελληνικών ομολόγων και της υπεραξίας των εργασιών στην Ελλάδα και η άποψη του ήταν ότι «το ένα πήγαινε μαζί με το άλλο».

Οι κατηγορίες

Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού δύο κατηγορίες, η πρώτη για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και η δεύτερη για το αδίκημα των ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων και πληροφοριών ή απόκρυψης.

Συγκεκριμένα, οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται ότι με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, χειραγώγησαν την αγορά. Δηλαδή, ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, διέδωσαν πληροφορίες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο κοινό που έδιναν παραπλανητικές ενδείξεις. Δηλαδή, ενώ γνώριζαν ότι υπήρξε απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της τράπεζας στην Ελλάδα (Marfin Egnatia Bank), η οποία ανερχόταν στα €330 εκ. τουλάχιστον, παρέλειψαν να το συμπεριλάβουν στη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011 και η οποία δημοσιεύθηκε στις 29/11/2011.

Κατηγορούνται, επίσης, ότι με την με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, και ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, προέβησαν σε παραπλανητική ανακοίνωση. Δηλαδή, στις 29/11/11 δημοσιοποίησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου τη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011, αποκρύβοντας την απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της εταιρείας στην Ελλάδα, η οποία ανερχόταν στα €330 εκ τουλάχιστον.

Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο που εκδικάζει την υπόθεση, αποτελείται από την Πρόεδρό του, Έλενα Εφραίμ, τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή Νίκο Γερολέμου και την Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστή Στέλλα Χριστοδουλίδου – Μέσσιου.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Κοινωνία: Τελευταία Ενημέρωση

X