ΚΥΠΕ
Σε επίσημη καταγγελία στην Αστυνομία, για σεξουαλική παρενόχληση από συνάδελφό της στον χώρο εργασίας της, προέβη γυναίκα δημοσιογράφος την περασμένη εβδομάδα.
Συγκεκριμένα, η καταγγελία αφορά στο έτος 2020, περίοδος κατά την οποία η καταγγέλλουσα εργαζόταν σε τηλεοπτικό σταθμό ως δημοσιογράφος.
Σε δηλώσεις του στο ΚΥΠΕ ο εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, Χρίστος Ανδρέου, επιβεβαίωσε την καταγγελία της δημοσιογράφου, σημειώνοντας ότι η αστυνομία έχει αρχίσει ήδη τη διερεύνηση της υπόθεσης και έχει λάβει ήδη αριθμό καταθέσεων.
Εξάλλου, ανέφερε ότι τις επόμενες μέρες αναμένεται να κληθεί για κατάθεση και ο ύποπτος, καθώς και άλλα πρόσωπα του τηλεοπτικού σταθμού για κατάθεση.
Στο μεταξύ, ο τηλεοπτικός σταθμός «Σίγμα» εξέδωσε νωρίς σήμερα ανακοίνωσή, με την οποία αναφέρει ότι μόλις περιήλθε σε γνώση του σταθμού η υποβολή καταγγελίας από την παραπονούμενη έθεσε «άμεσα σε υποχρεωτική αναστολή τον δημοσιογράφο, εν όψει περαιτέρω ενεργειών από τις ανακριτικές αρχές απερίσπαστης διαλεύκανσης του ζητήματος».
Όπως σημειώνει την καταγγελία της παραπονούμενης επιβεβαίωσε και ο Διευθύνων Σύμβουλος του σταθμού σε γραπτή επικοινωνία του με το Αρχηγείο Αστυνομίας.
Στην ανακοίνωσή του το «Σίγμα» απαντά, μεταξύ άλλων, για τις ενέργειες που έγιναν μετά την ενημέρωση που έλαβε η διοίκηση του σταθμού, αλλά και πως προχώρησαν στην επαναπρόσληψη του δημοσιογράφου.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή του «πριν ενάμιση περίπου χρόνο περιήλθε στην αντίληψη της Διεύθυνσης του σταθμού καταγγελία υπαλλήλου, η οποία εργαζόταν ως δημοσιογράφος», σημειώνοντας πως «η καταγγελία αφορούσε αποστολή μηνυμάτων από συνάδελφο της δημοσιογράφο, τα οποία θεωρήθηκε ότι υπερέβαιναν τα όρια της θεμιτής επικοινωνίας εκδηλώνοντας ερωτικό ενδιαφέρον του γράφοντος, κάτι το οποίο ενόχλησε την καταγγέλλουσα».
«Αμέσως», σημειώνει, «χωρίς χρονοτριβή, η Διεύθυνση του σταθμού συγκάλεσε συνάντηση στο γραφείο του Διευθύνοντος Συμβούλου του σταθμού στην οποία παρευρίσκονταν η Διευθύντρια Προσωπικού, η Διευθύντρια Ειδήσεων, ο Σύμβουλος Επικαιρικών Προγραμμάτων και οι δύο άμεσα εμπλεκόμενοι, σε ξεχωριστές συναντήσεις».
Ο «Σίγμα» συνεχίζει λέγοντας ότι στη συνάντηση ο καταγγελλόμενος δημοσιογράφος απέρριψε ως κακοπροαίρετες τις καταγγελίες, με την Διεύθυνση να του υποδεικνύει ότι η συμπεριφορά του δεν άφηνε άλλα περιθώρια πέραν της απομάκρυνσης του από την καταγγέλλουσα.
«Τότε ο ίδιος», αναφέρει στην ανακοίνωση του ο σταθμός, «υπέβαλε την παραίτησή του την οποία ο σταθμός και άμεσα αποδέχθηκε. Η έκβαση αυτή φάνηκε να ικανοποίησε την καταγγέλλουσα. Ένα μήνα περίπου αργότερα και η δημοσιογράφος εγκατέλειψε τον σταθμό για λόγους άσχετους με το γεγονός».
Κύπρος: Καταγγελία-σοκ για σεξουαλική παρενόχληση σε τηλεοπτικό σταθμό
Όπως τονίζει «μετά παρέλευση ενός και πλέον έτους, ο σταθμός προέβη σε αναζήτηση δημοσιογράφων για τις τρέχουσες ανάγκες του και ο συγκεκριμένος υπέβαλε αίτηση ενδιαφέροντος», για να προσθέσει ότι «στη βάση των πραγματικών προσόντων του αιτητού και αφού δεν εκκρεμούσε καμία καταγγελία εναντίον του, τόσον από την εν λόγω δημοσιογράφο όσον από οποιαδήποτε άλλη γυναίκα, ο σταθμός προέβη σε επαναπρόσληψή του αφού ενεργούσε υπέρ του και το κριτήριο της μη καταγγελίας αλλά και το τεκμήριο της αθωότητας».
Επιπλέον, αναφέρει ότι μόλις περιήλθε σε γνώση του σταθμού η υποβολή καταγγελίας από την παραπονούμενη εναντίον του εν λόγω δημοσιογράφου, πράγμα όπως αναφέρει, το οποίο επιβεβαίωσε και ο Διευθύνων Σύμβουλος του σταθμού σε γραπτή επικοινωνία του με το Αρχηγείο Αστυνομίας, η Διεύθυνση έθεσε «άμεσα σε υποχρεωτική αναστολή τον δημοσιογράφο, εν όψει περαιτέρω ενεργειών από τις ανακριτικές αρχές απερίσπαστης διαλεύκανσης του ζητήματος».
Καταληκτικά αναφέρει πως «σε όλη την μακρά ιστορία τους τόσον ο τηλεοπτικός σταθμός ΣΙΓΜΑ όσον και εν γένει το Συγκρότημα ΔΙΑΣ έχουν επιδείξει ως θέμα αρχής και στην καθημερινή πράξη τον απερίφραστο και ασυμβίβαστο σεβασμό και ευαισθησία τους στην αξιοπρέπεια, ασφάλεια και ισότητα ευκαιριών στις γυναίκες υπαλλήλους τους».
«Σε αναφορά δε προς τη συγκεκριμένη αφορμή, ευθαρσώς ο σταθμός δηλώνει τον πλήρη σεβασμό στην κείμενη νομοθεσία και στις αστυνομικές και νομικές αρχές του κράτους», συμπληρώνει.