Ένας στους τέσσερις που θα λάβουν το εμβόλιο της Pfizer ή της AstraZeneca θα έχουν ήπιες, μικρής διάρκειας παρενέργειες όπως πονοκέφαλο, κόπωση και υπερευαισθησία, ισχυρίζονται ερευνητές από το Kings’ College του Λονδίνου στην πρώτη μεγάλης κλίμακας συγκριτική έρευνα για τα δύο σκευάσματα στο πλαίσιο εμβολιασμών κατά της COVID-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τα ευρήματα που δημοσιεύονται στο Lancet Infectious Diseases διαπίστωσαν έναρξη των ανεπιθύμητων ενεργειών μέσα στις πρώτες 24 ώρες από την έγχυση του εμβολίου και διάρκεια μία με δύο ημέρες, καθώς επίσης και μείωση στα ποσοστά νέων κρουσμάτων κορωνοϊού. Παράλληλα, υπέδειξαν την ομάδα που υψηλού κινδύνου για συμπτώματα μετά τον εμβολιασμό.
Κύπρος: Oι προϋποθέσεις για εμβολιασμένους επιβάτες
Στη μελέτη συμμετείχαν 627.383 χρήστες μιας ειδικής εφαρμογής για κινητά στο πλαίσιο της μελέτης ZOE COVID Symptom Study, μέσω της οποίας ανέφεραν σε διάστημα 8 ημερών από τον εμβολιασμό της 1ης ή 2ης δόσεις με Pfizer και μετά την 1η με AstraZeneca τις συστημικές και τοπικές παρενέργειες για το διάστημα 8 Δεκεμβρίου-10 Μαρτίου.
Παρενέργειες από τα εμβόλια
Στο σύνολο των εμβολιασθέντων, 25,4% ανέφεραν μία ή περισσότερες συστημικές παρενέργειες -άσχετες δηλαδή με το σημείο ένεσης- και 66,2% τοπικές. Ειδικότερα, για το εμβόλιο της Pfizer τα ποσοστά ανήλθαν σε 13,5% και 22% μετά την πρώτη και δεύτερη δόση αντίστοιχα, ενώ για την πρώτη δόση της AstraZeneca 33,7%.
Οι συστημικές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλάμβαναν πονοκέφαλο, κόπωση, ρίγη, διάρροια, πυρετό, αρθραλγία, μυαλγία και ναυτία, ενώ οι τοπικές -δηλαδή στην περιοχή της ένεσης- πόνο, οίδημα, υπερευαισθησία, ερυθρότητα, κνησμό, αίσθημα καύσου και διόγκωση στους λεμφαδένες της μασχάλης.
Η συχνότερη συστηματική ανεπιθύμητη ενέργεια ήταν ο πονοκέφαλος με την κόπωση να ακολουθεί, ενώ για τις τοπικές η υπερευαισθησία. Τα στοιχεία παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα:
Δύο παράγοντες που επηρέασαν τη συχνότητα συμπτωμάτων ήταν η ηλικία και η προηγούμενη νόσηση από COVID-19, με τους νεότερους (κάτω των 55) και τις γυναίκες να έχουν περισσότερες πιθανότητες συστημικών παρενεργειών από τον εμβολιασμό και, βάσει του ιστορικού COVID-19, τριπλάσιες πιθανότητες από το εμβόλιο της Pfizer για όσους είχαν νοσήσει παλαιότερα και διπλάσιες από το AstraZeneca. Επιπλέον, προϋπάρχουσα COVID-19 συνδέθηκε και με περισσότερα τοπικά συμπτώματα.
Είναι αξιοσημείωτο πως, σε σχέση με τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών, τα στοιχεία από την εφαρμογή της μελέτης ZOE COVID Symptom Study για τον γενικό πληθυσμό αποτύπωσαν πολύ μικρότερη συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών και για τα δύο εμβόλια. Ενδεικτικά, στις δοκιμές Φάσης ΙΙΙ της Pfizer τα ποσοστά αναφερθέντος πόνου είχαν ανέλθει σε 71-83% και της κόπωσης 34-47%, όταν ο γενικός πληθυσμός ανέφερε ποσοστά χαμηλότερα από 30% και 10% αντίστοιχα. Αντίστοιχα, οι συστημικές παρενέργειες από την πρώτη δόση AstraZeneca στις δοκιμές Φάσης ΙΙΙ ήταν 88% για τις ηλικίες 18-55, διπλάσιο από αυτό του γενικού πληθυσμού (46.2%).
Μείωση της διασποράς
Αποκαλυπτικά ήταν τα συμπεράσματα της μελέτης και για την αποτελεσματικότητα των δύο εμβολίων στη μείωση νέων μολύνσεων, στο 58% για της Pfizer 12 έως 21 ημέρες μετά την 1η δόση και 69% τουλάχιστον 21 ημέρες μετά και στο 39% και 69% αντίστοιχα για της AstraZeneca.
Τα χαμηλά ποσοστά μόλυνσης μετά τον εμβολιασμό διατηρήθηκαν και μετά από δύο με τρεις εβδομάδες, σε συμφωνία έτσι με αποτελέσματα από προηγούμενες δοκιμές και πρόσφατα δεδομένα από το πρόγραμμα εμβολιασμού στο Ισραήλ.
ΠΗΓΗ: ygeiamou.gr