ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Πάνε στο Εφετείο οι Ανεμβολίαστοι

«Εσφαλμένη η απόφαση του πρωτόδικου δικαστή»

Έτοιμος να εφεσιβάλει την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας είναι ο δικηγόρος των 64 ανεμβολίαστων πολιτών που καταχώρισαν αίτηση για ενδιάμεσο διάταγμα σχετικά με την πρόσβαση τους σε χώρους εστίασης και δεξιώσεων.

Σύμφωνα με τον δικηγόρο και Νομικό Σύμβουλο, Γιάννο Γεωργιάδη, οι λόγοι που προβλήθηκαν για απόρριψη της αίτησης ήταν κυρίως διαδικαστικοί τους οποίους ανέφερε και επεξήγησε παρακάτω.

Παράλληλα, στο τέλος, τονίζει πως εάν δεν δικαιωθούν οι πολίτες που εκπροσωπεί στην Κύπρο θα καταφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο

Η ανακοίνωση του Δικηγόρου

«Πόρτα» Δικαστηρίου σε ανεμβολίαστους: Τι αμφισβητούσαν

Πρόθεση μου είναι να εφεσιβάλω την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για το ενδιάμεσο διάταγμα σχετικά με την πρόσβαση σε χώρους εστίασης και δεξιώσεων από τους 64 πολίτες που εκπροσωπώ.

Οι λόγοι που προβλήθηκαν για απόρριψη της αίτησης ήταν κυρίως διαδικαστικοί, για τους οποίους το Δικαστήριο φαίνεται να τελούσε υπό πλάνη. Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι σε αυτό το στάδιο δεν θα εξετάσει τα ζητήματα που αφορούν την νομιμότητα των περιοριστικών μέτρων κάτι που θα πράξει στο στάδιο της κυρίως υπόθεσης.

Σαν πρώτο διαδικαστικό ζήτημα το οποίο προβλήθηκε ως λόγος απόρριψης της αίτησης είναι η πρόφαση ότι η αίτηση έχει διαφορετικό νομικό υπόβαθρο από την αιτία αγωγής. Τα νομοθετήματα τα οποία προβάλλονται στην αγωγή συγκριτικά με αυτά τα οποία προβάλλονται στην αίτηση δεν είναι τα ίδια.

Στην αγωγή προβάλλονται ως νομικές βάσεις τόσο το άρθρο 7 (δικαίωμα στη ζωή και στη σωματική ακεραιότητα) όσο και το άρθρο 28 (ίση μεταχείριση) του Συντάγματος, τα οποία αποτελούσαν και τη βάση της αίτησης. Πέραν όμως αυτού, θα πρέπει να αναφερθεί ότι στην αγωγή αναφέρονται ως βάση της αγωγής οι παραβιάσεις σωρείας άλλων συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένων των πιο πάνω, καθιστώντας τη δήλωση αυτή του Δικαστηρίου άτοπη.

Δεύτερος λόγος για την απόρριψη της αίτησης παρουσιάστηκε ότι η αγωγή παίρνει μορφή λαϊκής αγωγής, το οποίο δεν αναγνωρίζεται από το Κυπριακό δίκαιο. Κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί, εφόσον σε απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου καθορίστηκε ότι «[…] Η ένωση των ενάγοντων υπόκειται σε δύο προϋποθέσεις: (1) το δικαίωμα έννομης θεραπείας πρέπει σε κάθε περίπτωση να προκύπτει από την ίδια συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών και (2) πρέπει να υπάρχει κοινό νομικό ή πραγματικό ζήτημα […]».

Παρέθεσα ενώπιον του Δικαστηρίου ότι οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται, πράγμα το οποίο δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη. Το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό δεν είχε δικαιοδοσία να αποφανθεί επί του θέματος ως είχε λεχθεί από το ίδιο Δικαστήριο σε προηγούμενη απόφαση.

Το Δικαστήριο, παρόλα τα πιο πάνω διαδικαστικά θέματα στα οποία στήριξε την απόφαση του για απόρριψη της έκδοσης προσωρινού διατάγματος, προχώρησε και στην εξέταση των κριτηρίων που πρέπει να πληρούνται για την έκδοση τέτοιου διατάγματος. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι το δικαστήριο θεώρησε ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, το οποίο αποτελεί την πρώτη προϋπόθεση, καθώς επίσης και ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας της αγωγής, το οποίο είναι η δεύτερη προϋπόθεση.

Το Δικαστήριο, στην απόφασή του, αναφέρει χαρακτηριστικά «Στο παρόν στάδιο είναι αρκετό να λεχθεί ότι στη βάση των όσων οι Αιτητές επικαλούνται, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξης των ουσιαστικών δικαιωμάτων τους. Συνεπώς εγείρεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και η προοπτική ότι οι Αιτητές δικαιούνται εναντίον των Καθ' ων η αίτηση θεραπεία, δεν είναι δυσδιάκριτη».

Το Δικαστήριο έσφαλλε στην κρίση του σχετικά με την τρίτη προϋπόθεση, η οποία απαιτεί όπως τεκμηριωθεί ότι εάν συνεχίσει η κατάσταση εναντίον της οποίας εγείρεται η αίτηση, θα προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημιά σε περίπτωση που αιτητές κερδίσουν την υπόθεση εναντίον της Δημοκρατίας η οποία δεν θα μπορεί να θεραπευθεί μόνο με χρηματική αποζημίωση. Το Δικαστήριο χρησιμοποιώντας απόφαση του 2001 την οποία παρερμήνευσε θεώρησε ότι η παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να αποζημιωθεί με χρηματικό ποσό, αγνοώντας απόφαση του 2019 του Ανωτάτου Δικαστηρίου η οποία τέθηκε ενώπιόν του από εμένα τον ίδιο.

Η εν λόγω απόφαση αναφέρει ότι: «Μεταξύ των περιπτώσεων όπου η θεραπεία των αποζημιώσεων δεν μπορεί να κριθεί επαρκής εντάσσεται και η περίπτωση όπου γίνεται επίκληση παραβίασης δικαιωμάτων, ιδίως όπου η επικαλούμενη ζημιά ή βλάβη συνεχίζεται, με απρόβλεπτες προεκτάσεις».

Επιπλέον όμως, στην ίδια γραμμή κινήθηκε και πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της πολιτείας της Louisiana στις ΗΠΑ όπου το Δικαστήριο έκδωσε προσωρινό διάταγμα αναστέλλοντας τα περιοριστικά μέτρα εναντίον των ανεμβολίαστων και στην απόφαση του τόνισε ότι: «η απώλεια των συνταγματικών ελευθεριών για έστω και μικρές χρονικές περιόδους συνιστά ανεπανόρθωτη ζημιά».

Βάσει των πιο πάνω, παραθέτω ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση η οποία θέτει ο σχετικός νόμος για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

Η έκδοση του διατάγματος που να αναστέλλει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό και την διάκριση εξυπηρετεί το Δημόσιο συμφέρον εφόσον διασφαλίζονται τα συνταγματικά δικαιώματα και ελευθερίες των πολιτών που δεν επιθυμούν να βάλουν το εμβόλιο για COVID-19. Η ανάγκη προστασίας αυτών των δικαιωμάτων υπερτερεί οποιουδήποτε συμφέροντος του κράτους. Επίσης συνάδει με την ανάγκη προστασίας του διαχωρισμού των εξουσιών ως σημαντική προϋπόθεση διατήρησης της Δημοκρατίας και αποφυγή καταχρήσεων από αξιωματούχους του κράτους.

Η απόφαση αυτή του Δικαστηρίου είναι αντίθετη, τόσο με τον Κανονισμό της ΕΕ 2021/953 σχετικά με το EU Covid Certificate, τα πρόσφατα ψηφίσματα του Συμβουλίου της Ευρώπης , σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ,την πρόσφατη Αμερικανική απόφαση του Δικαστηρίου της πολιτείας της Louisiana στις ΗΠΑ το οποίο κλήθηκε να κρίνει παρόμοιας φύσης υπόθεση σε ενδιάμεση διαδικασία, την γνωμάτευση της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής Κύπρου σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό καθώς και την πρόσφατη απόφαση της Επιτρόπου Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σχετικά με τις πρακτικές του ΤΕΠΑΚ. Τα πιο πάνω κείμενα τέθηκαν όλα ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία όμως φαίνεται να μην έχουν ληφθεί υπόψη στην απόφασή του.

Σύμφωνα με την απόφαση της Κοινοβουλευτική Συνέλευση του ΣτΕ, που υιοθέτησε και η Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Κύπρο: «οι συνέπειες της άρνησης εμβολιασμού - συμπεριλαμβανομένων των συνεχιζόμενων περιορισμών στην απόλαυση των ελευθεριών… - είναι τόσο σοβαρές ώστε να αφαιρεθεί το στοιχείο επιλογής για απόφαση… (τότε) ο εμβολιασμός ουσιαστικά καθίσταται υποχρεωτικός … (και αυτό) … μπορεί να οδηγήσει σε παραβίαση προστατευόμενων δικαιωμάτων ή και να εισάγει διακρίσεις».

Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να επιφυλάσσεται γενικός αποκλεισμός των ανεμβολίαστων προσώπων από την πρόσβασή τους σε διάφορους χώρους για το λόγο ότι δεν έχουν εμβολιαστεί, λόγω πεποιθήσεων, τη στιγμή που υπάρχουν αποδεκτοί από την Πολιτεία, εναλλακτικοί και ασφαλείς τρόποι πιστοποίησης της καλής υγείας.

Σε περίπτωση που δεν δικαιωθούν στην Κύπρο οι πελάτες μου θα προσφύγω στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο .

.

Κοινωνία: Τελευταία Ενημέρωση