Σε γρίφο εξελίσσεται η πολιτική κατάσταση στο Ιράν μετά τον αιφνίδιο θάνατο του σκληροπυρηνικού προέδρου Εμπραχίμ Ραϊσί, ο οποίος έχασε χθες τη ζωή του, σε ηλικία 63 ετών, κατά τη συντριβή ελικοπτέρου στο οποίο επέβαινε.
Όπως γράφει σε ανάλυσή του το BBC, ο 63χρονος Ιρανός αναδείχθηκε μέσα από τους κόλπους του θεοκρατικού καθεστώτος.
Από τη θέση του εισαγγελέα η επαγγελματική του ανέλιξη έγινε με γρήγορους ρυθμούς αφού ανέλαβε την προεδρία της χώρας, ενώ το μέλλον του φαινόταν προδιαγεγραμμένο. Προετοιμαζόταν να γίνει ο επόμενος ανώτατος ηγέτης του Ιράν.
Ωστόσο, ο θάνατός του φέρνει τα πάνω-κάτω στην πολιτική σκηνή της χώρας σχετικά με το ποιος θα αντικαταστήσει τελικά τον 85χρονο ανώτατο ηγέτη, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, η υγεία του οποίου είναι εύθραυστη και για τον λόγο αυτό βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής της των ΜΜΕ.
Η απώλεια του σκληροπυρηνικού προέδρου του Ιράν δεν αναμένεται να αλλάξει την κατεύθυνση της κυβέρνησης της Τεχεράνης ή να ταρακουνήσει την Ισλαμική Δημοκρατία. Αναμένεται ωστόσο να δοκιμάσει ένα σύστημα όπου οι συντηρητικοί σκληροπυρηνικοί κυριαρχούν πλέον σε όλους τους κλάδους της εξουσίας, εκλεγμένους και μη.
«Το σύστημα θα επιμείνει στις συνταγματικές διαδικασίες για να δείξει τη λειτουργικότητά του, ενώ θα αναζητήσει ένα νέο πρόσωπο που θα μπορεί να διατηρήσει τη συντηρητική ενότητα και την πίστη στον Χαμενεΐ», επισημαίνει στο BBC η καθηγήτρια Σανάμ Βακίλ, διευθύντρια του προγράμματος για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική στο think- tank «Chatham House».
Οι επικριτές του Εμπραχίμ Ραϊσί θα χαιρετίσουν την αποχώρηση ενός πρώην εισαγγελέα που κατηγορείται ότι διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στη μαζική εκτέλεση πολιτικών κρατουμένων τη δεκαετία του 1980, την οποία ο ίδιος αρνήθηκε. Την ίδια ώρα, ευελπιστούν ότι με τον θάνατό του θα έρθει πιο γρήγορα το τέλος του αυταρχικού αυτού καθεστώτος.
Για τους συντηρητικούς όμως που κυβερνούν το Ιράν, η κρατική κηδεία θα είναι μια ευκαιρία να αρχίσουν να στέλνουν μηνύματα συνέχειας του καθεστώτος.
Το βρετανικό άρθρο σχολιάζει επίσης ότι, μία άλλη θέση ισχύος που πρέπει να καλυφθεί, είναι αυτή που κατέχει ο κατώτερος στην ιεραρχία κληρικός στη «Συνέλευση των Εμπειρογνωμόνων», το όργανο που είναι επιφορτισμένο με την επιλογή του νέου ανώτατου ηγέτη του Ιράν.
«Ο Ραϊσί θεωρείτο ένας πιθανός διάδοχος καθώς, όπως και ο ίδιος ο Χαμενεΐ, όταν έγινε ανώτατος ηγέτης, ήταν σχετικά νέος, πολύ πιστός, αφοσιωμένος στο σύστημα», υποστηρίζει η Δρ. Βακίλ. Γι' αυτή την «στημένη» διαδικασία επιλογής, πολλά πρόσωπα φαίνεται να είναι υποψήφια, συμπεριλαμβανομένου του γιου του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Μοτζταμπά Χαμενεΐ.
Ακόμη και προτού επιβεβαιωθεί ο θάνατος του Iρανού προέδρου, ο Αγιατολάχ Χαμενεί έγραψε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ (πρώην Twitter) ότι «ο λαός δεν πρέπει να ανησυχεί κι ότι δεν θα υπάρξει καμία αναταραχή στις υποθέσεις της χώρας».
Η νέα πολιτική πρόκληση
Οι Ιρανοί θα βρεθούν άμεσα αντιμέτωποι με μία νέα πολιτική πρόκληση: τη διεξαγωγή πρόωρων προεδρικών εκλογών. Η εξουσία μεταβιβάστηκε προσωρινά στον πρώτο αντιπρόεδρο της χώρας Μοχάμαντ Μοχμπέρ και οι νέες εκλογές πρέπει να διεξαχθούν εντός 50 ημερών.
Σημειώνεται ότι, οι πολίτες θα προσέλθουν εκ νέου στις κάλπες, λίγους μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου. Τότε καταγράφηκε ρεκόρ χαμηλής συμμετοχής σε μια χώρα που άλλοτε υπερηφανευόταν για το έντονο ενδιαφέρον των ψηφοφόρων σε ανάλογες διαδικασίες.
Οι πρόσφατες εκλογές, συμπεριλαμβανομένης της αναμέτρησης του 2021 που έδωσε το προεδρικό αξίωμα στον Ραϊσί, χαρακτηρίστηκαν επίσης από την συστηματική φίμωση των μετριοπαθών «φωνών» και μεταρρυθμιστικών αντιπάλων από το εποπτικό όργανο.
«Οι πρόωρες προεδρικές εκλογές θα μπορούσαν να δώσουν στον Χαμενεΐ και στα ανώτερα κλιμάκια του κράτους την ευκαιρία να αντιστρέψουν αυτή την πορεία για να δώσουν στους ψηφοφόρους μία ευκαιρία να επιστρέψουν στην κάλπη», εκτιμά ο Μοχάμαντ Αλί Σαμπανί, συντάκτης του ειδησεογραφικού ιστοτόπου Amwaj.media, που εδρεύει στο Λονδίνο.
«Ωστόσο, δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν έχουμε ενδείξεις ότι το καθεστώς της Τεχεράνης είναι έτοιμο και πρόθυμο να κάνει ένα τέτοιο βήμα». Αλλά ακόμη και στο «επιτελείο» του Ραϊσί, δεν φαίνεται να υπάρχει ένας διάδοχος- φαβορί.
«Υπάρχουν διαφορετικά στρατόπεδα στους κόλπους αυτής της συντηρητικής ομάδας, συμπεριλαμβανομένων ατόμων που είναι πιο σκληροπυρηνικά και άλλων που θεωρούνται ρεαλιστές», τονίζει ο Χαμιντρέζα Αζίζι, συνεργάτης στο SWP, μία δεξαμενή σκέψης που εδρεύει στο Βερολίνο.
Πάντως, όποιος αναλάβει το αξίωμα του Ραϊσί, κληρονομεί μια απαγορευτική ατζέντα με πολλούς περιορισμούς στην άσκηση εξουσίας. Η τελευταία λέξη στη λήψη αποφάσεων στην Ισλαμική Δημοκρατία ανήκει πάντα στον ανώτατο ηγέτη.
Η εξωτερική πολιτική αποτελεί κυρίως προνόμιο του Σώματος Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), που ασκεί μεγάλη εξουσία. Ο πρόεδρος της χώρας δεν ήταν αυτός που έδινε εντολές πριν από μήνες, όταν το Ιράν αντιμετώπισε πρωτοφανείς εντάσεις με τον μεγαλύτερο εχθρό του, το Ισραήλ, εξαιτίας του καταστροφικού πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας.
Στο εσωτερικό μέτωπο, καθώς ο Ραϊσί είχε τον έλεγχο των καθημερινών εργασιών, οι Ιρανοί προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν τις βαθύτερες οικονομικές δυσκολίες που συνδέονται με τις σκληρές διεθνείς κυρώσεις, όπως με την κακοδιαχείριση και τη διαφθορά.
Ο πληθωρισμός της χώρας εκτοξεύτηκε πάνω από το 40%, ενώ η αξία του νομίσματος ριάλ άρχισε να κατρακυλάει επικίνδυνα.
Επί των ημερών του του εκλιπόντα προέδρου, η Ισλαμική Δημοκρατία βίωσε το μεγαλύτερο κύμα αντικυβερνητικών διαδηλώσεων που γνώρισε η χώρα μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979.
Ένα χρόνο μετά την εκλογή του, ο Ραϊσί διέταξε αυστηρότερη εφαρμογή του ιρανικού «νόμου περί χιτζάμπ και αγνότητας», περιορίζοντας τις ελευθερίες των γυναικών ως προς την εξωτερική εμφάνιση και τη συμπεριφορά τους.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, η Μαχσά Αμινί, μια νεαρή Ιρανή κουρδικής καταγωγής, πέθανε στη φυλακή ενώ είχε συλληφθεί από την «αστυνομία ηθών» για παραβίαση του συγκεκριμένου νόμου.
Ακολούθησαν διαδηλώσεις που διήρκεσαν μήνες και αποτέλεσαν μία από τις σοβαρότερες προκλήσεις για την εξουσία των κληρικών ηγετών του Ιράν μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979.
Σε αυτές, βγήκε... μπροστά μια νέα γενιά γυναικών, οι οποίες επικέντρωσαν την οργή τους κυρίως προς τον ανώτατο ηγέτη αλλά και το ίδιο το σύστημα.
Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αναφέρει το BBC, υποστηρίζουν ότι εκατοντάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά την βίαιη καταστολή των αρχών, ενώ χιλιάδες συνελήφθησαν.
Πηγή: protothema.gr