Ο Αντώνης Καλκαβούρας θεωρεί ότι η διοίκηση της ΕΟΚ έκανε ό,τι μπορούσε για να «στρώσει το έδαφος» της ολυμπιακής επιστροφής και πλέον η μπάλα περνάει στο αγωνιστικό κομμάτι και στην προσωπικότητα του “Kill Bill” που καλείται να διαχειριστεί μία πρωτόγνωρα δύσκολη αποστολή.
Τι θα γίνει με την Γιάννη
Καλύτερα δύσκολη κλήρωση και επαγρύπνηση, παρά εύκολο κι εφησυχασμός!
Η πετυχημένη διαδρομή ενός προπονητή περνάει και μέσα από... στενοχώριες!
Αν υπάρχει κάτι για το οποίο δεν συμφωνώ, απ' όλα όσα ειπώθηκαν τις τελευταίες μέρες και μετά την ανάληψη του προολυμπιακού τουρνουά από την χώρα μας, είναι ότι η συγκεκριμένη διοργάνωση (στην οποία έχουμε ποσοστό επιτυχίας μόλις 8,3%, με μία πρόκριση σε 12 προσπάθειες) θα ξαναβάλει το μπάσκετ στα σπίτια όλων των Ελλήνων!
Σοβαρολογούμε τώρα; Από το '87 και μετά, άλλοτε με ταχύτητα γεωμετρικής περιόδου λόγω των ιστορικών διεθνών επιτυχιών αλλά και της πολυετούς κι αδιάλειπτης παρουσίας της Εθνικής ομάδας στις μεγάλες διοργανώσεις κι άλλοτε παρά την παρατεταμένη «ξηρασία» σε επίπεδο διακρίσεων (κάτι που ισχύει από τα τελευταία 14 χρόνια), ο συνδυασμός της «πορτοκαλί θεάς» με το εθνόσημο στο στήθος, ήταν μόνιμα συνυφασμένος με τα καλοκαίρια μας.
Στο μεσοδιάστημα, μάλιστα, σπουδαίοι Έλληνες μπασκετμπολίστες και προπονητές ηγήθηκαν των ευρωπαϊκών τίτλων των ομάδων μας (Διαμαντίδης, Σπανούλης, Πρίντεζης και Μπαρτζώκας) και όχι μόνο (όπως ο Μπουρούσης με την Ρεάλ, ο Σλούκας με την Φενερμπαχτσέ και ο Παπαλουκάς, ο Ζήσης και ο Ιτούδης με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, ο Σχορτσανίτης με την Μακάμπι) και αποτέλεσαν πρόσωπα με τα οποία ταυτίστηκε όχι μόνο η ελληνική κοινωνία αλλά και η πλειοψηφία της νέας γενιάς.
Αν σε όλους τους παραπάνω, προσθέσουμε και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, ο οποίος μέσα λίγα χρόνια καθιερώθηκε στην «ελίτ» του star system του ΝΒΑ, κατέκτησε το πρωτάθλημα και όλες τις ατομικές διακρίσεις και εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο πρεσβευτή της Ελλάδας (και του, πριν 10 χρόνια άσημου, Μιλγουόκι) σε όλο τον πλανήτη, δεν χρειάζεται να συζητήσουμε περισσότερο για το αν το άθλημα της καλαθοσφαίρισης είναι πλήρως συνδεδεμένο με τον μέσο Έλληνα!
Επομένως, η φιλοξενία του ενός εκ των τεσσάρων προολυμπιακών τουρνουά που θα διεξαχθούν τον ερχόμενο Ιούλιο (02-07), δεν μας χρησιμεύει σε τίποτε περισσότερο από το μεγάλο πλεονέκτημα του να παίξουμε μπροστά στον κόσμο μας και από την διευκόλυνση της αποφυγής των μετακινήσεων. Αν και από το 2008 και μετά, το ποσοστό πρόκρισης των γηπεδούχων στις παραπάνω διοργανώσεις είναι μόλις 22,2% (2/9)!
Βάλτε και ολίγη από Antetokoumpo-mania, ειδικότερα αν “Greek Freak” επιστρέψει στην πατρίδα με το δεύτερο δαχτυλίδι του πρωταθλητή στις αποσκευές του και έχετε όλους τους παράγοντες, για τους οποίους το Στάδιο «Ειρήνης και Φιλίας» θα γεμίσει και η ομοσπονδία θα καλύψει το μεγαλύτερο μέρος (αν όχι όλο) από το βαρύ οικονομικό κόστος (2,7 εκ. Ευρώ) του συνολικού project.
Κοινώς, η διεξαγωγή των αγώνων σε ένα γήπεδο που θα είναι «γαλανόλευκο», δημιουργεί αυτομάτως τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για την επίτευξη του στόχου, πριν η μπάλα περάσει από το επίπεδο των διπλωματικών διασυνδέσεων και της διεθνούς επιρροής, μέσα στις τέσσερις γραμμές και φτάσει στα χέρια του ομοσπονδιακού προπονητή και των Ελλήνων διεθνών.
Τι θα γίνει με την Γιάννη
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με την σειρά. Δεν υπάρχει περίπτωση να είναι υγιής ο Γιάννης και να απουσιάσει από το μεγάλο ραντεβού του φαληρικού σταδίου. Είτε παίξει τελικούς, είτε όχι! Για τον Αντετοκούνμπο, η διάκριση με την «επίσημη αγαπημένη» αποτελεί το πρώτο παιδικό όνειρο και ειδικότερα η προοπτική να ανοίξει την ολυμπιακή παρέλαση (κρατώντας την ελληνική σημαία) δίπλα στις όχθες του Σηκουάνα, είναι κάτι δεν τον αφήνει καθόλου ασυγκίνητο.
Ακριβώς επειδή, αν η ευκαιρία του Παρισιού χαθεί (1η φάση της του τουρνουά θα διεξαχθεί στην Λιλ και η τελική στην γαλλική πρωτεύουσα), κανείς δεν ξέρει πως θα είναι τα πράγματα το 2028 στο Λος Άντζελες, όταν Έλληνας άσος θα «περπατάει» προς τα 34 του χρόνια. Η πρόσφατη δήλωσή του, άλλωστε, σε πρώτο πληθυντικό («πρώτα πρέπει να πάρουμε την πρόκριση και μετά να μιλήσουμε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες!»), τα λέει όλα!
Γιάννη Αντετοκούνμπο παρόντος, λοιπόν, μοιάζει ξεκάθαρο ότι η 12άδα θα περιλαμβάνει τον μεγαλύτερο (Θανάση) και τον μικρότερο αδελφό (Κώστα) και αν δεν υπάρξουν εκπλήξεις και απρόοπτα, τα κουκιά των παικτών που θα αποτελέσουν τις επιλογές του Βασίλη Σπανούλη, είναι μετρημένα.
Σλούκας, Καλάθης και Γουόκαπ (Λούντζης) για την θέση του point guard, Λαρεντζάκης και Ρογκαβόπουλος ως shooting guard, Παπανικολάου, Παπαπέτρου και Θανάσης στους small forward, Γιάννης και Μήτογλου στο “4” και Παπαγιάννης με Κώστα Αντετοκούνμπο στους σέντερ.
Υπό την προϋπόθεση ότι όλοι οι προαναφερθέντες θα είναι υγιείς, η παραπάνω 12άδα μπορεί να αλλάξει μόνο αν κάποιος εκ των Ντόρσεϊ, Ναζ ή Ελάιζα Μήτρου Λονγκ, «πριμοδοτηθεί» με την ελληνική μπασκετική ιθαγένεια, κάτι που συγκεντρώνει από ελάχιστες έως μηδαμινές ελπίδες.
Λαμβάνοντας, λοιπόν, ως δεδομένη την «πανστρατιά», το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα θα έχει στην διάθεσή του την «αφρόκρεμα» των Ελλήνων παικτών και θα παίξει την πρόκριση επί ελληνικού εδάφους, έχοντας στην άκρη του πάγκου έναν ανερχόμενο προπονητή, του οποίου το όνομα και η κληρονομιά σαν παίκτης, πέραν της «θρυλικής» του διαδρομής, είναι συνώνυμα του ανταγωνισμού και της νοοτροπίας νικητή.
Καλύτερα δύσκολη κλήρωση και επαγρύπνηση, παρά εύκολο κι εφησυχασμός!
Μέχρι εδώ όλα καλά, αλλά ας πάρουμε μία βαθιά ανάσα γιατί τα δύσκολα έρχονται. Κατ' αρχάς, να μιλήσουμε λίγο για την κλήρωση, που σίγουρα είναι δύσκολη, αλλά δεν γίνονται να είναι όλα με το μέρος μας.
Προσωπικά, χάρηκα που αποφύγαμε την Λιθουανία και από το πρώτο γκρουπ δυναμικότητας μας έτυχε η Σλοβενία. Βλέποντας από κοντά στην Μανίλα, τις σπουδαίες ικανότητες της ομάδας του Μακσβίτις αλλά και το σύγχρονο μπάσκετ που έπαιξε και αναλογιζόμενος ότι από εκείνο το ρόστερ, έλλειπαν ο Σαμπόνις, ο Γκριγκόνις, ο Γκιεντράϊτις, ο Ουλάνοβας (βάλτε και τους Λεκαβίτσιους και Μπουτκεβίτσιους), θεωρώ ότι η “Lietuva” έχει πολύ μεγαλύτερη ποιοτική «δεξαμενή» παικτών από την Σλοβενία και αυτό θα την καθιστούσε πολύ πιο δυσκολοκατάβλητο αντίπαλο.
Αντίθετα, η παρέα του Ντόντσιτς – πλην του «παιδιού-θαύμα» των Μάβερικς – δεν έχει να επιδείξει κάποιον άλλον άκρως υπολογίσιμο παίκτη, στηρίζεται σε ρολίστες (άγνωστο αν μέχρι τότε, θα είναι έτοιμος ο Τσάντσακ των Νάγκετς) και ποιοτικά βρίσκεται τουλάχιστον ένα επίπεδο κάτω από τους Λιθουανούς. Το περασμένο καλοκαίρι, άλλωστε, την νικήσαμε δύο φορές με μισή ομάδα και με τον Λούκα στο παρκέ!
Από 'κει και πέρα, αποφεύγοντας την πιο δύσκολη αντίπαλο από το πρώτο group δυναμικότητας, θα ήταν λίγο υπερβολικό και να είμαστε γηπεδούχοι και να αποδειχτούμε το ίδιο τυχεροί και στις υπόλοιπες ομάδες που θα προέκυπταν από το 3ο, το 4ο και το 5ο αντίστοιχα!
Με την μόνη διαφορά, ότι τελικά και από τα τρία επόμενα group μας έτυχαν οι πιο δύσκολοι πιθανοί αντίπαλοι: η Δομηνικανή Δημοκρατία από το 3ο, η Νέα Ζηλανδία από το 4ο και η Κροατία από το 5ο, οι οποίες μαζί με τον Αίγυπτο συμπληρώνουν την 6άδα των ομάδων που θα διεκδικήσουν το ένα από τα 4 ολυμπιακά εισιτήρια που θα «σφραγιστεί» μέσω Πειραιά.
Με λίγα λόγια, οι τέσσερις από τις έξι ομάδες που θα πατήσουν το παρκέ του ΣΕΦ, ανήκουν μέσα στις πρώτες 21 του επίσημου FIBA ranking: από το νο11 στο οποίο βρίσκεται η Σλοβενία, έως το νο21 στο οποίο συναντάμε την Νέα Ζηλανδία (με την Ελλάδα να είναι στο νο14, την Δομηνικανή Δημοκρατία στο νο18, την Κροατία στο νο30 και την Αίγυπτο στην 41η θέση).
Κάπως έτσι και μέσα σε 5 ημέρες (γιατί στην πρεμιέρα των αγώνων θα έχουμε ρεπό) κι θεωρώντας ότι θα παίξουμε στον τελικό, η Ελλάδα θα κληθεί να δώσει τέσσερα πολύ απαιτητικά παιχνίδια σε πέντε βράδια!
Στην λογική ότι, είτε ως πρώτοι, είτε ως δεύτεροι του ομίλου μας, θα είμαστε σίγουρα στα ημιτελικά (δεν γίνεται δα να χάσουμε από την Αίγυπτο), θέλουμε να πιστεύουμε ότι μέσα σε ένα σκάρτο 24ώρο, θα κληθούμε δυνητικά να δώσουμε δύο αγώνες χωρίς επόμενη μέρα με αντιπάλους που σίγουρα θα είναι του χεριού μας, αλλά ταυτόχρονα σε καμία περίπτωση δεν θα είναι και του "πεταματού".
Σε όλα τα παραπάνω, θα πρέπει συνυπολογίσουμε ότι το διάστημα της προετοιμασίας θα είναι ελάχιστο (για όλες τις ομάδες) και με δεδομένο ότι τα εθνικά πρωταθλήματα θα ολοκληρωθούν γύρω στα μέσα Ιούνη, δεν θα ξεπεράσει σε καμία περίπτωση τις δύο εβδομάδες. Στις σκέψεις της ομοσπονδίας βρίσκεται η διοργάνωση του τουρνουά “Ακρόπολις” ως "πρόβα τζενεράλε" της Εθνικής για το προολυμπιακό τουρνουά, αλλά ακόμη δεν έχουν οριστικοποιηθεί ούτε ημερομηνίες, ούτε αντίπαλοι.
Η πετυχημένη διαδρομή ενός προπονητή περνάει και μέσα από... στενοχώριες!
Θα κλείσω με τον πολύ σημαντικό ρόλο του ομοσπονδιακού τεχνικού, η θέση του οποίου εδώ και κάμποσο διάστημα έχει πολύ βαρύ ονοματεπώνυμο για το ελληνικό μπάσκετ. Η προώθηση του Βασίλη Σπανούλη στο συγκεκριμένο πόστο, θύμισε εν πολλοίς την αντίστοιχη επιλογή που είχε κάνει το 1997, o τότε πρόεδρος της ΕΟΚ, Γιώργος Βασιλακόπουλος, ο οποίος είχε δώσει το χρίσμα στον Παναγιώτη Γιαννάκη, λίγους μήνες αφότου είχε κρεμάσει την φανέλα του σαν παίκτης.
Ο “Kill Bill” μπορεί να μην είναι ένας πρωτοεμφανιζόμενος head coach (όπως ήταν ο «δράκος» στο Eurobasket της Ισπανίας), από την στιγμή που το καλοκαίρι θα έχει στην πλάτη του δύο γεμάτες σεζόν στο πάγκο του Περιστερίου, ωστόσο, οι περιπτώσεις των δύο εκ των «τοτέμ» του ελληνικού μπάσκετ μοιάζουν, από την άποψη ότι ελάχιστοι προπονητές αναλαμβάνουν σε τόσο πρώιμο στάδιο της καριέρας τους, ένα τόσο δύσκολο έργο όσο είναι η καθοδήγηση της Εθνικής Ελλάδας.
Ελάχιστοι, βέβαια, είχαν την πορεία των δύο προαναφερθέντων στο μπάσκετ, ήταν τόσο σπουδαίοι παίκτες-νικητές και διαθέτουν τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα να σηκώσουν αυτό το μεγάλο και τοξικό βάρος, που κακά τα ψέματα, σχετίζεται αποκλειστικά με το αποτέλεσμα.
Γιατί η πλειοψηφία των Ελλήνων μπασκετανθρώπων (παίκτες, προπονητές, παράγοντες, δημοσιογράφοι και φίλαθλοι) θέλουμε να έχουμε την «επίσημη αγαπημένη» πάνω απ’ όλες τις ομάδες, όταν έρχεται η ώρα της κρίσης, όμως, γινόμαστε οπαδοί της νίκης και κριτές της ήττας.
Από την παραπάνω και μόνο άποψη και λαμβάνοντας υπ’ όψιν το πόσο μεγάλη διαδρομή έχει να διανύσει ο "V-Span" στην προπονητική, ο 41χρονος Λαρισινός τεχνικός έχει αποφασίσει να ακολουθήσει ένα δύσβατο μονοπάτι γεμάτο αγκάθια, όχι μόνο υπό το πρίσμα της δυσκολίας των στόχων και της πίεσης, αλλά ταυτόχρονα και στο επίπεδο της πιθανής φθοράς της σχέσης του με ανθρώπους με τους οποίους άλλοτε μοιράζονταν τα ίδια αποδυτήρια ως συμπαίκτες και συνδέεται με κοινές αναμνήσεις και στενούς δεσμούς φιλίας.
Μοιραία, ο coach Σπανούλης έχει πλέον την ευθύνη για όλο το εγχείρημα και καλείται τόσο να πάρει αποστάσεις από τους παίκτες αλλά και αποφάσεις που δεν θα αρέσουν σε όλους ή θα στενοχωρήσουν κάποιους.
Η επιτυχία με την οποία θα διαχειριστεί την διάκριση των ρόλων στην σχέση του με τους παίκτες, ο βαθμός σεβασμού και πίστης στην φιλοσοφία του, ακόμη κι αν αυτή έρθει σε σύγκριση με κάποιους εξ’ αυτών και φυσικά η αξιοκρατία που θα επιδείξει και η μεταχείριση του Γιάννη Αντετοκούνμπο και των όσων απορρέουν από το ασύλληπτο status του (οι αναπόφευκτες «παρεμβάσεις» και επιταγές των Μπακς), θα καθορίσουν εν πολλοίς την αποτελεσματικότητα του έργου του.
Κακά τα ψέματα δεν υπάρχουν προπονητές που να πέτυχαν στο υψηλό επίπεδο χωρίς να στενοχωρήσουν ή ακόμη και να ψυχρανθούν και να αλλοιώσουν την σχέση τους με παίκτες, πολλώ δε με πρώην συμπαίκτες του. Η περίπτωση του Γιώργου Μπαρτζώκα με τον Σλούκα (και παλαιότερα με τον ίδιο τον “Kill Bill”), του Παναγιώτη Γιαννάκη με τους Σιγάλα, Παπανικολάου, Οικονόμου και Ρεντζιά το 2004 ή του Σαρούνας Γιασικεβίτσιους με τον Νικ Καλάθη (υπήρξαν κολλητοί σαν συμπαίκτες στον Παναθηναϊκό), είναι κάτι περισσότερο από ενδεικτικές.
Το ότι ο Βασίλης δεν είναι «χθεσινός» αλλά και το ότι γνωρίζει από πρώτο χέρι όλα αυτές τις δύσκολες παραμέτρους που θα σημαδέψουν την νέα σελίδα της καριέρας του, χωρίς να κάνει δεύτερες σκέψεις ή να κοντοστέκεται, σημαίνει πάρα πολλά για τον χαρακτήρα με τον οποίο έχει επιλέξει να πορευτεί και αναμφίβολα αξίζει να τύχει της αμέριστης στήριξης όλων μας.
Πηγή:gazzetta.gr