Το τελευταίο αντίο στον Θάνο Μικρούτσικο λένε σήμερα η οικογένεια, οι φίλοι του και όλοι όσοι ταξιδεύουν με τα τραγούδια του και τη μουσική του. Εδώ και λίγη ώρα, από τις 10.30 το πρωί η σορός του έχει εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα, προκειμένου όσοι θέλουν να τον αποχαιρετήσουν, στην αίθουσα τελετών του πρώτου νεκροταφείου της Αθήνας, όπου θα γίνει στις 2.30 το μεσημέρι η πολιτική του κηδεία.
Με τη φράση « τον έκλαψα σα να ήταν δικό μου άνθρωπος» ή κάποιες παραλλαγές της «υποδέχτηκε» μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας την είδηση του θανάτου του Θάνου Μικρούτσικου. Άτομα διαφορετικών γενεών, πολιτικών πεποιθήσεων και μουσικών γούστων θρήνησαν με μία αξιοπρόσεχτη σύμπνοια το φυσικό τέλος του μεγάλου συνθέτη και επιβεβαίωσαν έτσι την καλλιτεχνική του αθανασία: Αυτήν που προσδιόρισε ο αδελφός του Ανδρέας στον αποχαιρετισμό του- μια στιγμή η ζωή μας και συ την έκανες αιωνιότητα.
Όποιο και να είναι το πόρισμα των διανοουμένων ή των απανταχού κριτικών, τον τελευταίο λόγο τον έχει πάντα ο λαός. Και αυτός επέλεξε να χρίσει τον Θάνο Μικρούτσικο επιφανή, ανάμεσα στους επιφανέστερους. Εντύπωση, άλλωστε, προκαλεί ότι ο μουσικοσυνθέτης, χωρίς να κάνει την παραμικρή ποιοτική έκπτωση, διείσδυσε με τη μουσική του στη βάση της ελληνικής κοινωνίας, εξασφαλίζοντας μία εντυπωσιακή καθολικότητα.
Το επίτευγμα του αυτό αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία αν αναλογιστεί κανείς την ταύτισή του με την Αριστερά. Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος όχι μόνο δεν δίχασε, αλλά αντιθέτως ένωσε: δεξιός ή αριστερός, κάθε ένας εξ ημών είχε ξεχωρίσει το αγαπημένο τραγούδι της μουσικής παλέτας του: από το «Ερωτικό» μέχρι το «Άννα μην κλαις», από τον «Άμλετ της Σελήνης», μέχρι το «Υπέροχα μονάχοι», από την «Ελένη» μέχρι «Αυτούς τους έχω βαρεθεί».
Από το Σάββατο που κυκλοφόρησε το θλιβερό νέο, οι μελωδίες του ξεχύθηκαν στα χειμωνιάτικα στολισμένα σπίτια και στα αυτοκίνητα. Τα αφιερώματα των ραδιοφωνικών σταθμών είναι μαραθώνια, ενώ στα φανάρια ούτε τα κλειστά παράθυρα δεν συγκρατούσαν τον ήχο των πλήκτρων του. Ο κόσμος ασυναίσθητα και με μία αθωότητα που τείνει να εκλείψει στις ημέρες μας, βιώνει σχεδόν ένα συλλογικό πένθος, σαν ένας ολόκληρος λαός να ήθελε συνειδησιακά να εξαγνιστεί μέσα από τη μουσική του.
Ο Θάνος Μικρούτσικος, λοιπόν, ήταν οικείος. Πράγματι, έδινε συχνά συνεντεύξεις. Εξίσου συχνά έδινε και συναυλίες. Σε αντίθεση με άλλους καλλιτέχνες έμοιαζε απόλυτα συνειδητοποιημένος ως προς το ότι οι φυσικοί παραλήπτες του έργου του ήταν οι απλοί συμπολίτες του. Γι’ αυτό τους αντιμετώπισε με σεβασμό, θέρμη και ταπεινότητα. Το ίδιο και το έργο του, του οποίου μετατρεπόταν συχνά σε θεωρητικό κριτή και αναλυτή. Ίσως επειδή ο ίδιος συνδύαζε την μαθηματική σκέψη με την μουσική ιδιοφυία, την φιλοσοφική παιδεία με την κοινωνική ευαισθησία και το καλλιτεχνικό εύρος.
Η προσέγγιση του, όμως, στο Νίκο Καββαδία έγραψε ιστορία. Η καταλυτική απήχηση που είχε «Ο Σταυρός του Νότου» στον απλό Έλληνα είχε υπαρξιακά χαρακτηριστικά. Ο Θάνος δεν πίστευε ότι το στοιχείο του ταξιδιού προς την ουτοπία ήταν που είχε γοητεύσει τόσο τα πλήθη. Για τον ποιητή, εξάλλου, δεν είχε σημασία ο προορισμός μόνο η πορεία. Η υπέρβαση ήταν που συντέλεσε στην ερωτική σχέση των Ελλήνων με τον ποιητή της θάλασσας και κατά συνέπεια με τον ίδιο τον Μικρούτσικο.
«Ο Καββαδίας, εκτός από τα ταξίδια και τους ναυτικούς λέει κάτι άλλο. Απευθυνόμενος στον νέο άνθρωπο του λέει “έλα να σου πω. Αν αξίζει κάτι στον κόσμο που ήρθες, σε αυτόν τον πλανήτη ήρθες για να ξεπεράσεις τα όριά σου, για να κατακτήσεις το αδύνατο”. Και πως το λέει αυτό; “Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία”. Δεν είναι εικόνα. Επιλέγει το πιο ανθεκτικό ζώο στον πλανήτη, που έχει βάθος χρόνου στους δεινοσαύρους και σου λέει, “χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία”. Χόρεψε και δάμασέ το, κατάκτησε το αδύνατο».
Σήμερα, είναι η ημέρα του δύσκολου αποχαιρετισμού. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης είχε εκφράσει στην οικογένειά του την επιθυμία του για το πώς να υλοποιηθεί το κατευόδιο. Και εκείνη (η σύζυγος και τα τέσσερα παιδιά του, ή αλλιώς οι αγαπημένοι του πέντε) ακολούθησαν κατά γράμμα τις οδηγίες του. Γι’ αυτό δεν ήταν βέβαιοι για το αν έπρεπε να δεχτούν την προσφορά της Πολιτείας και να γίνει δημοσία δαπάνη η κηδεία. «Θα το ήθελε, άραγε, αυτό ο Θάνος;»
Εδώ ήταν και το πρώτο τους σφάλμα. Η απόφαση αυτή πάρθηκε ομοφώνως από τους πολίτες και απλά η Πολιτεία υπάκουσε στο κοινό αίσθημα. Μπορεί ο Θάνος να είναι ολότελα δικός τους, αλλά ο Θάνος Μικρούτσικος είναι και δικός μας. Ανήκει σε όλους μας, τον γνωρίζουμε. Τον πιστέψαμε όταν μας διαβεβαίωσε μέσα από τις συνεντεύξεις του ότι προσπαθεί να επιτύχει 100% ειλικρίνεια.
Και αποδείχθηκε συνεπής όταν ξεδιπλώθηκε στην πιο δύσκολη και ευάλωτη στιγμή του μπροστά μας και δεν έκρυψε τίποτα. «Καρκίνος, ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους». Αλλά δεν ήταν τόσο ο καρκίνος που μας άφησε άφωνους, όσο η γενναιότητα με την οποία τον αντιμετώπισε. Και αυτό τον κατατάσσει στους νικητές. Αναμετρήθηκε με το ανάστημά του και βγήκε καθαρός. Ή όπως είπε κάποιος: «Πόσο δύσκολο και σπάνιο είναι να παραμένεις Θάνος Μικρούτσικος μέχρι το τέλος»…
protothema.gr