ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Δικηγόροι μοναχών: Ζητούν από Αρχιεπίσκοπο παύση της ανακριτικής διαδικασίας

Τι αναφέρουν σε επιστολή τους

Ανακοινώσεις

Με επιστολή τους στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου οι δικηγόροι των δύο μοναχών που εμπλέκονται στο σκάνδαλο της Ιεράς Μονής Αββακούμ ζητούν παύση της ανακριτικής διαδικασίας «λόγω υπάρχοντος δεδικασμένου». Όπως αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους «η όλη προσπάθεια διερευνήσεως της υποθέσεως στηρίζεται σε μία καταγγελία, η οποία για να παρουσιασθεί ως βάσιμη στηρίχθηκε και δυστυχώς στηρίζεται ακόμη: σε διαδικασία εντελώς παράνομη, αφού έχουμε τουλάχιστον έντεκα περιπτώσεις παραβιάσεως του Καταστατικού Χάρτη και σε στοιχεία εντελώς παράνομα, δηλαδή σε στοιχεία που παρανόμως εξετάσθηκαν, παρανόμως δημοσιοποιήθηκαν και παρανόμως χρησιμοποιήθηκαν».

Αυτούσια η ανακοίνωση

Επιδόθηκε στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Νέας Ιουστινιανής και Πάσης Κύπρου ως Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου και κοινοποιήθηκε στον Πανιερώτατο Μητροπολίτη Κιτίου ως Πρόεδρο του Εξαμελούς Συνοδικού Δικαστηρίου και στον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Λήδρας ως Πρόεδρο της Ανακριτικής Επιτροπής επιστολή, με την οποία ζητείται η υποχρεωτική από τον Καταστατικό Χάρτη (άρθρο 45) και τους ιερούς κανόνες (25ος κανόνας των Αποστόλων και τον 32ος κανόνας του Μ. Βασιλείου) παύση της ανακριτικής διαδικασίας λόγω υπάρχοντος δεδικασμένου. Προς απόδειξιν αυτού, επισυνάψαμε στην εν λόγω επιστολή και τις σχετικές τελεσίδικες καταδικαστικές αποφάσεις, που εξέδωσε την 5η Μαρτίου 2024 ως αρμόδιος Εκκλησιαστικός Δικαστής ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐας εις βάρος των πελατών μας, αλλά ερήμην αυτών. Και τούτο, διότι αυτές δεν προσκομίσθηκαν κατά την συνεδρίαση της 8ης Μαρτίου της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, με αποτέλεσμα να μην πληροφορηθεί η Ιερά Σύνοδος από τον καταγγέλοντα Μητροπολίτη, ότι είχε ήδη ο ίδιος δικάσει την υπόθεση και συνεπώς δεν υπήρχε – και δεν υπάρχει - υπόθεση.

Δραττόμενοι της ευκαιρίας, θέλουμε να σας διαβεβαιώσουμε για μία ακόμη φορά, ότι η μόνη επιθυμία των πελατών μας και ημών προσωπικώς είναι η δίκαιη κρίση και η ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

Δεν μπορούμε, πάντως, να μην επισημάνουμε, ότι η όλη προσπάθεια διερευνήσεως της υποθέσεως στηρίζεται σε μία καταγγελία, η οποία για να παρουσιασθεί ως βάσιμη στηρίχθηκε και δυστυχώς στηρίζεται ακόμη:

Α) σε διαδικασία εντελώς παράνομη, αφού έχουμε τουλάχιστον έντεκα περιπτώσεις παραβιάσεως του Καταστατικού Χάρτη και

Β) σε στοιχεία εντελώς παράνομα, δηλαδή σε στοιχεία που παρανόμως εξετάσθηκαν, παρανόμως δημοσιοποιήθηκαν και παρανόμως χρησιμοποιήθηκαν.

Σεβόμενοι, όμως τον θεσμό της Εκκλησιαστικής Δικαιοσύνης, υποβάλαμε και συνεχίσουμε να υποβάλλουμε με την δέουσα σοβαρότητα στα εκκλησιαστικά όργανα όλα τα στοιχεία, που αποδεικνύουν τις παράνομες ενέργειες που έγιναν, αρχής γενομένης από την κατατεθείσα καταγγελία εκ μέρους του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐα. Μόνος μας στόχος ήταν και είναι, να επιτευχθεί όσο γίνεται πιο έγκαιρα, η απεμπλοκή των μελών της Ιεράς Συνόδου και της ίδιας της Εκκλησίας της Κύπρου από την διερεύνηση μιας υποθέσεως, που όχι μόνον κατ’ ουσίαν δεν υπάρχει αλλά και που προκάλεσε και προκαλεί σκανδαλισμό, ο οποίος πάντως προήλθε από το γεγονός, ότι οι πιστοί ήταν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες όχι των ίδιων των «πράξεων» που κατεγγέλοντο αλλά διαφόρων οπτικοακουστικών απεικονίσεων ιδιωτικής φύσεως, που παρανόμως εδημοσιοποιούντο.

Όμως, με λύπη μας διαπιστώνουμε, ότι τα όργανα της Εκκλησίας της Κύπρου αποφεύγουν μέχρι σήμερα συστηματικώς, να απαντήσουν αιτιολογημένως επί των ενστάσεων μας και των στοιχείων που προσκομίζουμε, παρά το ότι είναι υποχρεωμένα να το κάνουν, γεγονός που κατά βασική αρχή του Δικαίου συνιστά σιωπηρή αλλά ρητή ομολογία της αποδοχής τους.

Παρά ταύτα, έχουμε εδραία την πεποίθηση, ότι τα σφάλματα των εκκλησιαστικών οργάνων οφείλονται όχι μόνον στην ελλειπή ενημέρωση, που είχαν οι Αρχιερείς κατά την συνεδρίαση της Ιεραρχίας της 8ης Μαρτίου 2024, αλλά και στην εσφαλμένη αξιολόγηση των στοιχείων, που τους παρουσιάσθηκαν από τον καταγγέλοντα Πανιερώτατο Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐα. Αποτέλεσμα αυτών ήταν η σεπτή Ιεραρχία της Εκκλησίας της Κύπρου να οδηγείται μέχρι σήμερα – είμαστε σίγουροι άθελά της - σε αποφάσεις, που αντιτίθενται στον Καταστατικό Χάρτη αλλά και στην σαφώς διατυπωμένη άποψη του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου περί δίκαιης δίκης.

Όσο, όμως, η Ιερά Σύνοδος δεν διαπιστώνει τον παράνομο διαδικαστικώς και αβάσιμο επί της ουσίας χαρακτήρα της καταγγελίας του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐα, αλλά ούτε και την άνευ λόγου εμπλοκή της σε μία ανύπαρκτη υπόθεση, εμείς είμαστε δυστυχώς υποχρεωμένοι νομικώς και ηθικώς έναντι των εντολέων μας, να συνεχίσουμε την προσπάθεια μας, να επιβληθεί η νομιμότητα στην διαλεύκανση αυτής της υποθέσεως.

Παραλλήλως, επειδή αναγνωρίζουμε το αδιέξοδο, στο οποίο έχει οδηγηθεί η Ιερά Σύνοδος από την αβάσιμη ως προς την διαδικασία και ως προς την ουσία της καταγγελία του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐα, αλλά επιθυμούμε ταυτοχρόνως και την αποκατάσταση της αξιοπρέπειας των εντολέων μας ως κληρικών, ως μοναχών και ως Κυπρίων πολιτών, δηλώνουμε, ότι αμφότεροι είμαστε στην διάθεση της σεπτής Ιεραρχίας Εκκλησίας της Κύπρου, προκειμένου - όταν κληθούμε - να συμβάλλουμε με όλες τις δυνάμεις μας στην άρση του αδιεξόδου και στην επίλυση της υποθέσεως αυτής, με μοναδικά κριτήρια τον σεβασμό της πίστεως μας, την διαφύλαξη της Εκκλησίας της Κύπρου και των θεσμικών οργάνων της, την επαναφορά της κανονικής τάξεως και εν τέλει την απόδοση των ευθυνών, σ’ αυτούς που τους αναλογούν, μη εξαιρουμένου κανενός. Όλα αυτά πάντοτε εντός του πλαισίου νομιμότητας, που προδιαγράφουν ο Καταστατικός Χάρτης και οι ιεροί κανόνες. Είναι η μόνη μας αδιαπραγμάτευτη απαίτηση.

Προσβλέποντας, λοιπόν, στην πρόσκληση της Ιεράς Συνόδου, την οποία δηλώνουμε εκ των προτέρων, ότι θα αποδεχθούμε άμεσα, θέλουμε να διαβεβαιώσουμε το χριστεπώνυμο πλήρωμα, ότι μετά την διαλεύκανση της υποθέσεως μόνος «νικητής» θα είναι η πίστη μας και η Εκκλησία της Κύπρου.

Κοινωνία: Τελευταία Ενημέρωση