ΚΥΠΕ
Την απουσία έγκαιρων και εξειδικευμένων υπηρεσιών πρωτογενούς παρέμβασης με σκοπό την πρόληψη της «γονικής αποξένωσης» σε υπηρεσιακό επίπεδο, διαπιστώνει μεταξύ άλλων η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου – Λιβανίου, όπως ανέφερε κατά τη διάρκεια της σημερινής συνεδρίας της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Από την πλευρά της, η Πρόεδρος της Επιτροπής Ειρήνη Χαραλαμπίδου αναφέρθηκε στις δηλώσεις της, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι το 2021 οι λειτουργοί στις υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας είχαν 421 τέτοιες περιπτώσεις και ήδη βρίσκονταν στα χέρια τους, άλλες 477 από προηγούμενες χρονιές. «Δεν είναι δυνατόν εφτά λειτουργοί στις υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας να χειρίζονται περίπου 900 υποθέσεις», σημείωσε.
Η κ. Μιχαηλίδου κλήθηκε μαζί και με άλλες κρατικές υπηρεσίες, οργανισμούς και φορείς, σε συζήτηση στην Επιτροπή, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά θύματα γονικής αποξένωσης και τις επιβαλλόμενες διαδικασίες από το κράτος για την προστασία τους.
Η Επίτροπος ανέφερε, κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην Επιτροπή, ότι εκείνοι που πληρώνουν το τίμημα εξαιτίας της αντιπαλότητας και της εχθρότητας των γονέων που χωρίζουν, είναι τα παιδιά που ως ενήλικες θα φέρουν αυτά τα τραύματα. «Υπάρχει μεγάλη ενασχόληση του θεσμού της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, ήδη από την έναρξη της λειτουργίας του και ήδη έχουν διαμορφωθεί και υπάρχουν οι θέσεις του Γραφείου της Επιτρόπου», προσέθεσε. Εξέφρασε, δε, τη θέση ότι θα πρέπει να γίνει προσδιορισμός της διαδικασίας του συμφέροντος του παιδιού και των μεθόδων που ακολουθούνται προς αυτή την κατεύθυνση.
Μεταξύ άλλων, η Επίτροπος ανέφερε ότι υπάρχει ανάγκη θεσμοθέτησης διεπαγγελματικής συνεργασίας και συντονισμού μεταξύ των υπηρεσιών κοινωνικής ευημερίας, ψυχικής υγείας και αστυνομίας. Η Επίτροπος εισηγήθηκε, τη συστέγαση αυτών των υπηρεσιών σε εξειδικευμένη δομή για αποφυγή της αναποτελεσματικότητας. Μίλησε επίσης, για την ανάγκη δημιουργίας κοινών φακέλων προκειμένου να έχουν πρόσβαση οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες που ασχολούνται με τις συγκεκριμένες υποθέσεις.
Συμπλήρωσε δε, ότι θα πρέπει να υπάρξει εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας και διεύρυνση των εξουσιών των δικαστηρίων προκειμένου να εκδίδονται διατάγματα αξιολόγησης των εμπλεκομένων μερών ή συμμετοχής τους σε θεραπευτικά προγράμματα. «Εδώ έχουμε τη δυσκολία από μέρους των γονέων, είτε για να αξιολογηθούν οι ίδιοι ή τα παιδιά τους», είπε.
Μετά τη συνεδρία, η Βουλευτής του ΑΚΕΛ και Πρόεδρος της Επιτροπής, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, ανέφερε ότι τα θέματα αποξένωσης παιδιών σε περιπτώσεις διαζυγίου παγιώνουν καταστάσεις μίσους εναντίον ενός εκ των δύο γονέων και αυτό θα πρέπει να προληφθεί από την πολιτεία. «Αντιλαμβάνεστε ότι κανένα παιδί που στερείται τον ένα εκ των δύο γονέων, στη συνέχεια όταν ως ενήλικας, θα πρέπει να ζήσει με ένα υγιή τρόπο, αυτό δεν θα μπορεί να το πράξει, αφού θα υπάρχουν κατάλοιπα λόγω της αποξένωσης που είχε», σημείωσε.
Η κ. Χαραλαμπίδου πρόσθεσε ότι στην Επιτροπή Νομικών προχωρά το θέμα της μεταρρύθμισης του οικογενειακού δικαίου και εξέφρασε την ανάγκη για δημιουργία κοινών φακέλων για περιπτώσεις αποξένωσης παιδιών σε περιπτώσεις διαζυγίου. Οι υπηρεσίες, οι οποίες ασχολούνται, είπε, και στοιχειοθετούν αυτές τις εκθέσεις θα πρέπει να έχουν ένα κοινό ηλεκτρονικό φάκελο πρόσβασης, όπου να μπορούν να έχουν τα στοιχεία που θα πρέπει να διαχειριστούν στην κάθε περίπτωση. Συνεπώς, είναι πολλά που μπορούν να γίνουν, γιατί οι δικαστές στο τέλος της ημέρας θα δικάσουν με βάση τα όσα έχουν ενώπιον τους.
Ανέφερε ακόμα, ότι προκειμένου να υπάρχει αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο σύστημα θα πρέπει οι υπηρεσίες, οι οποίες λειτουργούν υποστηρικτικά να μπορούν να κάνουν σωστές και έγκαιρες παρεμβάσεις. Εξήγησε ότι το 2021 οι λειτουργοί στις υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας είχαν 421 τέτοιες περιπτώσεις και ήδη βρίσκονταν στα χέρια τους, άλλες 477 από προηγούμενες χρονιές.
«Δεν είναι δυνατόν εφτά λειτουργοί στις υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας να χειρίζονται περίπου 900 υποθέσεις», ανέφερε. Διερωτήθηκε πώς μπορεί να γίνουν σωστές και σοβαρές αξιολογήσεις που να αφορούν στην ψυχική υγεία ενός παιδιού όταν εφτά λειτουργοί και πολλές φορές, χωρίς την κατάλληλη εκπαίδευση και ειδικότητα, να πρέπει να ετοιμάζουν εκθέσεις για 900 περιπτώσεις.
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Φωτεινή Τσιρίδου, δήλωσε ότι συγκεκριμένο θέμα μελετάται πολύ σοβαρά και εντατικά κάτω από την ομπρέλα της μεγάλης μεταρρύθμισης του οικογενειακού δικαίου στην Επιτροπή Νομικών, Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. «Είμαστε αποφασισμένοι την δέσμη των 8 νομοσχεδίων που αφορούν την μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου και το ζήτημα της διαμεσολάβησης να ψηφιστούν από την Ολομέλεια της Βουλής», είπε η κ. Τσιρίδου. Στόχος, ανέφερε, είναι το συμφέρον του παιδιού όπως αυτό προβλέπεται και από τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του ΟΗΕ.
Η κ. Τσιρίδου, εξήγησε ότι μέσω αυτών των νομοσχεδίων θα γίνει προσπάθεια εκσυγχρονισμού του οικογενειακού δικαίου, ούτως ώστε όλες οι διαφορές μεταξύ συζύγων και γονέων, να επιλύονται γρήγορα και ουσιαστικά, από ένα δικαστή. Σε αυτό το πλαίσιο, πρόσθεσε, γίνεται προσπάθεια να ενταχθεί η γνώμη του παιδιού και αυτή να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από το δικαστήριο. Παράλληλα, προβλέπεται πρόνοια που θα επιτρέπει στο δικαστήριο, μέσω διατάγματος, να παραπέμψει υποχρεωτικά τους γονείς σε θεραπευτικά προγράμματα.
Αναφορικά με το θέμα των υπηρεσιών κοινωνικής ευημερίας η κ. Τσιρίδου ανέφερε ότι είναι πολύ σημαντικό οι λειτουργοί να εκπαιδεύονται και να δημιουργείται ένα πλαίσιο για το πότε κατατίθενται και παραδίδονται οι εκθέσεις τους, οι οποίες, πρόσθεσε, θα πρέπει να είναι όσο πιο επαγγελματικές γίνονται.
Από την πλευρά της, η Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, ανέφερε ότι αφενός, η αποξένωση βλάπτει το ίδιο το παιδί και αφετέρου, ότι κανένας γονέας που αγαπά το παιδί του δεν πρέπει να το αποξενώνει από τον άλλο γονιό, χωρίς να συντρέχει λόγος για την ασφάλεια και την ευημερία του παιδιού.
«Θεωρώ ότι στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του οικογενειακού δικαίου θα πρέπει να μπουν εκείνες οι ασφαλιστικές δικλείδες, ούτως ώστε να κατοχυρώνεται η σχέση του παιδιού και με τους δύο του γονείς, να μην μπορεί κανένας γονέας να εργαλειοποιήσει το παιδί και να το αποξενώσει», είπε. Χρειάζεται ψηφιοποιήση και επιτάχυνση των διαδικασιών, κατέληξε.