Αν έβαζες κάποιον ουδέτερο παρατηρητή να δει τα πρώτα 75 λεπτά του ματς χωρίς να είναι εις γνώσιν του το σκορ του πρώτου αγώνα, σίγουρα δεν θα καταλάβαινε από τα όσα θα έβλεπε ότι η ομάδα που είχε ανάγκη τουλάχιστον ένα γκολ για την επιβίωσή της ήταν η ΑΕΛ.
Από τη μία η -ασφυκτική κατά διαστήματα- πίεση που ασκούσε η Ομόνοια κι ο Λένον που χτυπιόταν και κυλιόταν στο χορτάρι την ώρα που οι παίκτες του ξόδευαν ευκαιρίες με τη σέσουλα, κι από την άλλη η παθητική παρουσία των «γαλαζοκιτρίνων» που δεν είχαν τη μέθοδο, τις ιδέες ή τους αυτοσχεδιασμούς για να προσεγγίσουν έστω την αντίπαλη περιοχή από το 8’ και μετά, σίγουρα θα τον παραπλανούσε.
Εντούτοις, παρά το «πρέπει» ένεκα του 1-1 του πρώτου αγώνα, στο μεγαλύτερο κομμάτι του παιχνιδιού η ΑΕΛ ήταν απλώς ανεπαρκής. Παρέμεινε σε θέση να διεκδικήσει την πρόκριση χάρη στον Μέγερι, τα δοκάρια του και την αστοχία των αντιπάλων. Κι όταν άρχισε, αργοπορημένα, να δημιουργεί προϋποθέσεις για το γκολ που χρειαζόταν, η θεά της ποδοσφαιρικής δικαιοσύνης μια χαρά έβλεπε τι γινόταν και δεν της έκανε τη χάρη να στείλει την μπάλα μέσα.
Με μοναδικό (πέραν του ανίκητου και σήμερα Ούγγρου κίπερ) διακριθέντα τον Φραντζή κυρίως για τη δουλειά που έκανε από τη μέση και πίσω και με όλους όσοι συνέθεσαν τον μεσοεπιθετικό μηχανισμό στα ρηχά ή εντελώς έξω από τα νερά τους, μέχρι το τελευταίο τέταρτο του ματς ολοκλήρωσε όλες κι όλες δυο επιθετικές προσπάθειες που δεν ήταν καν ικανές να αγχώσουν αν μη τι άλλο τον αντίπαλο τερματοφύλακα.
Όταν ο Ντάβορ μπήκε στο γήπεδο όχι μόνο για να παίξει, αλλά και για να μεταφέρει ως μέσεντζερ τις γραπτές οδηγίες του προπονητή στους συμπαίκτες του, βγήκαν κι ευκαιρίες. Τέσσερις μεγάλες ευκαιρίες. Ωστόσο, ο Μαρόσα σημάδεψε δυο φορές τον Φαμπιάνο, ο Σάντος το δοκάρι, ο Ριέρα λίγο παραδίπλα και το 0-0 έμεινε ως είχε σημαίνοντας τον αποκλεισμό.
Πλέον, μέχρι το τέλος της χρονιάς δεν μένει στην ΑΕΛ οποιοσδήποτε αγωνιστικός στόχος. Στο διάστημα που απομένει μέχρι να εξαντληθούν οι υποχρεώσεις που είναι να βγουν για το β’ γκρουπ των πλέι οφ, στην ουσία θα τρέξει όσο περισσότερο γίνεται τον προγραμματισμό (έχει ήδη κάνει, καλή μάλιστα, δουλειά σ’ αυτό το κομμάτι) για τη νέα σεζόν με επιδίωξη αυτή να εξελιχθεί πολύ καλύτερα από την αποτυχημένη φετινή.