Το γενετικό προφίλ του ασθενούς σε συνδυασμό με το γονιδιωματικό προφίλ του κορωνοϊού ευθύνονται σε ένα μεγάλο ποσοστό για τις τεράστιες διαφορές που παρατηρούνται στα κλινικά συμπτώματα από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Αυτό εκτιμά σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας, καθηγητής Γενετικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γενεύης και διευθυντής στο Κέντρο Γονιδιωματικής «Health 2030», Εμμανουήλ Δερμιτζάκης.
«Αυτό δεν το λέμε τυχαία, καθώς είναι γνωστό ως φαινόμενο από τις ηπατίτιδες, το AIDS και πολλά άλλα λοιμώδη νοσήματα. Είμαι πεπεισμένος ότι το ίδιο θα δούμε και με τον COVID-19», δηλώνει ο καθηγητής και επισημαίνει ότι είναι σημαντικό να γίνουν σύντομα γενετικές μελέτες, ώστε «οι επιστήμονες να βρουν τις γενετικά ευπαθείς ομάδες, οι οποίες παρόλο που δεν έχουν υποκείμενα νοσήματα, παρουσιάζουν αρνητική εξέλιξη της νόσου».
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες διαφορετικότητας μεταξύ των ασθενών, όπως για παράδειγμα το αρχικό ιικό φορτίο που καθορίζει το χρόνο που έχει το ανοσοποιητικό μας σύστημα να αντιδράσει, μέχρι να εξελιχθούν πλήρως τα συμπτώματα, αναφέρει ο κ. Δερμιτζάκης. Σχετικά με τα σενάρια της επόμενης μέρας, λέει ότι είναι δύσκολο να προβλέψει κάποιος το μέλλον, τονίζοντας όμως ότι η Ελλάδα πάει πολύ καλά.«Εφόσον υπάρξει σοβαρή μείωση κρουσμάτων και θανάτων, τότε θα συζητήσουμε για χαλάρωση των μέτρων. Από τον Μάιο πιστεύω ότι θα αρχίσουν να χαλαρώνουν τα μέτρα, αλλά σταδιακά και με μία στρατηγική προτεραιότητας». Πιστεύω ότι τον Ιούλιο θα μπορέσει ο κόσμος πιο άνετα να πάει στις θάλασσες, και ίσως και να ταξιδέψει στα νησιά. Αλλά όλα αυτά, εάν η εξέλιξη είναι αυτή που βλέπουμε τώρα, δηλώνει ο διακεκριμένος γενετιστής.
Η επάρκεια των πιο γρήγορων τεστ είναι ένα μεγάλο ερώτημα, γιατί υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός παγκοσμίως και πολύ μικρή διαθεσιμότητα. Αλλά σε μία πολύ δύσκολη κατάσταση, όπου δεν έχουμε διαθεσιμότητα γρήγορων τεστ, υπάρχουν και η τεχνογνωσία και οι υποδομές στην Ελλάδα, τόσο στα διαγνωστικά όσο και στα ερευνητικά εργαστήρια, για να μπορέσουν να καλύψουν αυτή την ανάγκη, τονίζει, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας.
Όσον αφορά τον τρόπο μετάδοσης, για τον οποίο συνεχώς προκύπτουν νέα δεδομένα, ο καθηγητής Γενετικής αναφέρει ότι ο τρόπος που μεταφέρεται ο ιός στον αέρα είναι κάτι υπό διερεύνηση και οι μελέτες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας είναι πρώιμες, για να οδηγήσουν σε τελικές αποφάσεις και οδηγίες προς το κοινό. Όπως επίσης και για το θέμα της ανοσίας, εξηγεί ότι είναι πολύ νωρίς να μιλήσουν οι επιστήμονες για αυτό: «Θα είναι ένα σημαντικό μέρος των ερευνών τους επόμενους μήνες, γιατί τα επίπεδα ανοσίας σε ατομικό επίπεδο, αλλά και στον πληθυσμό θα καθορίσουν τη στρατηγική αντιμετώπισης του ιού μέχρι να βρεθεί κάποιο φάρμακο ή εμβόλιο».
Η συνέντευξη που παραχώρησε ο καθηγητής Εμμανουήλ Δερμιτζάκης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:
Γιατί κάποιοι νοσούν ελαφριά και κάποιοι βαριά; Φαίνεται πως καθημερινά αλλάζουν τα δεδομένα και καταρρίπτονται σήμερα όλα όσα γνωρίζαμε χθες. «Βλέπουμε τεράστιες διαφορές στα κλινικά συμπτώματα, καθώς και από χώρα σε χώρα. Κατά πόσο αυτό εξηγείται από γενετικούς παράγοντες, αποτελεί ένα πολύ ανοιχτό ερώτημα», δήλωσε στο «Science» ο ιταλικής καταγωγής γενετιστής Αντρέα Γκάνα του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι, ο οποίος ηγείται μεγάλης διεθνούς πρωτοβουλίας για να συλλεχθούν, να αναλυθούν και να συγκριθούν δείγματα DNA από ασθενείς με Covid-19 ανά τον κόσμο. Τι γνωρίζετε για αυτή την προσπάθεια και πόσο θα συμβάλλει στις προσπάθειες ανεύρεσης θεραπείας μία καλύτερη κατανόηση του γενετικού προφίλ ;
Αυτή η ποικιλομορφία στην εξέλιξη της νόσου, αλλά και στη συμπτωματολογία είναι αναμενόμενη. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες διαφορετικότητας μεταξύ των ασθενών, όπως για παράδειγμα το αρχικό ιικό φορτίο που καθορίζει το χρόνο που έχει το ανοσοποιητικό μας σύστημα να αντιδράσει, μέχρι να εξελιχθούν πλήρως τα συμπτώματα. Ως γενετιστής όμως πιστεύω ότι ένα μεγάλο ποσοστό της ποικιλομορφίας αυτής, είναι αποτέλεσμα του γενετικού προφίλ του ασθενούς σε συνδυασμό με το γονιδιωματικό προφίλ του ίδιου του ιού. Αυτό δεν το λέμε τυχαία, καθώς είναι γνωστό ως φαινόμενο από τις ηπατίτιδες, το AIDS και πολλά άλλα λοιμώδη νοσήματα. Είμαι πεπεισμένος ότι το ίδιο θα δούμε και με τον COVID-19. Και για αυτό πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε γενετικές μελέτες σύντομα, ώστε να βρούμε γενετικά ευπαθείς ομάδες, οι οποίες παρόλο που δεν έχουν υποκείμενα νοσήματα, παρουσιάζουν αρνητική εξέλιξη της νόσου. Όσον αφορά την πρωτοβουλία του Αντρέα Γκάνα, είναι ακόμη σε επίπεδο προετοιμασίας, αλλά πολύ σημαντική και θα πρέπει να συντονιστεί σε ευρωπαϊκό ή και παγκόσμιο επίπεδο .
Ως προς τον τρόπο μετάδοσης πάλι συνεχώς αλλάζουν τα δεδομένα. Η αερογενής μετάδοση του κορωνοϊού επιβεβαιώθηκε την Παρασκευή από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, και το θέμα συζητείται ευρέως στους αρμόδιους φορείς. Kαι κατ επέκτασιν και το θέμα της μάσκας .
Το πως μεταφέρεται ο ιός στον αέρα είναι κάτι υπό διερεύνηση και οι μελέτες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας είναι πρώιμες για να οδηγήσουν σε τελικές αποφάσεις και οδηγίες προς το κοινό. Κανένας δεν μπορεί να είναι απόλυτος για την κατανομή του ιού στον αέρα, αλλά τα μέτρα της κοινωνικής απόστασης και γενικά της απομόνωσης, πιστεύω ότι καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό αποφυγής της μόλυνσης. Η συζήτηση για το αν πρέπει οι φαινομενικά υγιείς άνθρωποι να φοράνε μάσκα, είναι ανεξάρτητη αυτών των τελευταίων δεδομένων, και περισσότερο σχετίζεται με δύο παράγοντες:Τη διαθεσιμότητα μασκών-που είναι ένα παγκόσμιο ζήτημα- και για τον πληθυσμό,πέραν του υγειονομικού προσωπικού, και της σωστής χρήσης της μάσκας από τον πληθυσμό.
Επίσης για την ανοσία έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις. Ποια είναι η δική σας γνώση;
Είναι πολύ νωρίς να μιλήσουμε για αυτό. Αυτό θα είναι ένα σημαντικό μέρος των ερευνών τους επόμενους μήνες, γιατί τα επίπεδα ανοσίας σε ατομικό επίπεδο, αλλά και στον πληθυσμό θα καθορίσουν τη στρατηγική αντιμετώπισης του ιού μέχρι να βρεθεί κάποιο φάρμακο, ή εμβόλιο.
Πως κρίνετε τη συμπεριφορά του ιού και τι προβλέπετε για τις επόμενες κινήσεις του, άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα ; Θα αναβληθούν λέτε για φέτος τα μπάνια του λαού;
Είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος, αλλά ακόμα υπάρχουν κίνδυνοι και δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός. Είναι δύσκολο να προβλέψει κάποιος το μέλλον, αλλά η Ελλάδα πάει πολύ καλά. Πιστεύω ότι τον Ιούλιο θα μπορέσει ο κόσμος πιο άνετα να πάει στις θάλασσες, και ίσως και να ταξιδέψει στα νησιά. Αλλά όλα αυτά εάν η εξέλιξη είναι αυτή που βλέπουμε τώρα. Φοβάμαι πάντα πιθανά «ατυχήματα», όπου ένας πυρήνας φορέων που θα έρθει από το εξωτερικό, ή θα έχει μεγάλο αριθμό ασυμπτωματικών ή θα δώσει αναζωπύρωση της ασθένειας.
Όταν λέτε τον Ιούλιο μπάνια, εννοείτε ότι μέχρι τότε θα είμαστε σε καραντίνα;
Εφόσον υπάρξει σοβαρή μείωση κρουσμάτων και θανάτων, τότε θα συζητήσουμε για χαλάρωση των μέτρων. Από το Μάιο πιστεύω ότι θα αρχίσουν να χαλαρώνουν τα μέτρα, αλλά σταδιακά και με μία στρατηγική προτεραιότητας.
Πως βλέπετε την επόμενη μέρα και τι ρόλο θα παίξουν τα τεστ σε αυτήν, κατά τη γνώμη σας;
Είναι σίγουρο ότι τα τεστ θα παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο την επόμενη μέρα, ίσως και πιο σημαντικό απ ότι μέχρι τώρα. Διότι από τη μία πλευρά θα πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να ελέγχουμε καινούργιες εξάρσεις, και από την άλλη θα πρέπει να ελέγξουμε τα επίπεδα ανοσίας του πληθυσμού. (τεστ μοριακού ελέγχου (pcr )και τεστ αντισωμάτων.) Ο ρόλος των μοριακών τεστ είναι για τον εντοπισμό των κρουσμάτων, την απομόνωση τους, καθώς και των επαφών τους, αλλά και για την εκτίμηση του αριθμού των μολυσμένων ατόμων στον πληθυσμό, μέρος των οποίων θα καταλήξει στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ, περίπου δύο εβδομάδες αργότερα. Γεγονός που σημαίνει, ότι τα τεστ βοηθούν το σύστημα υγείας να προετοιμαστεί, και σε ενδεχόμενο δεύτερο κύμα.
Εκτιμάτε ότι θα υπάρξει δεύτερο κύμα και πότε;
Ελπίζω πως όχι. Αν όμως υπάρξει, το πότε αυτό θα γίνει, εξαρτάται από τις ευαισθησίες του ιού στις κλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας. Δηλαδή ήλιος, θερμοκρασία, και ξηρότητα: Παράγοντες που είναι για τους περισσότερους ιούς αρνητικοί και δεν ευνοούν την εξάπλωση τους.
Θεωρείτε ότι θα υπάρχει επάρκεια τεστ για την επόμενη μέρα, με δεδομένο και το γεγονός ότι δεν υπήρχε τεστ για τον κορωνοϊό πριν από τρεις μήνες, και μόλις πρόσφατα δημιουργήθηκε, αλλά και την όλη συζήτηση που γίνεται για το θέμα των ελλείψεων;
Η επάρκεια των πιο γρήγορων τεστ είναι ένα μεγάλο ερώτημα, γιατί υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός παγκοσμίως και πολύ μικρή διαθεσιμότητα. Αλλά σε μία πολύ δύσκολη κατάσταση όπου δεν έχουμε διαθεσιμότητα γρήγορων τεστ, υπάρχουν η τεχνογνωσία και οι υποδομές στην Ελλάδα, τόσο στα διαγνωστικά όσο και στα ερευνητικά εργαστήρια, για να μπορέσουν να καλύψουν αυτή την ανάγκη.
Τι γίνεται με τις μεταλλάξεις; Υπάρχουν αυτή τη στιγμή; Στο μέλλον μπορεί να κάνουν αυτό τον ιό, ακόμα φονικότερο
Προφανώς και ο ιός έχει μεταλλάξεις, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων δεν κάνει καμία διαφορά στην εξέλιξη της ασθένειας. Τα καλά νέα είναι ότι οι μεταλλάξεις, όπου κάνουν την ασθένεια πιο ήπια, και επομένως επιτρέπουν στους φορείς να μετακινούνται, να έχουν κοινωνικές επαφές κλπ, εξαπλώνονται πιο εύκολα, και επομένως το πιο πιθανό σενάριο, είναι ότι τα πιο ήπια στελέχη του ιού θα επικρατήσουν στο μέλλον.
Πιστεύετε ότι είναι καλό για τον κόσμο να ακούει πολλές διαφορετικές απόψεις από τους επιστήμονες, όταν υπάρχει αυτή η αβεβαιότητα για έναν ιό, για τον οποίο μαθαίνουμε συνεχώς κάτι καινούργιο;
Οι επιστήμονες έχουν να παίξουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την κρίση: Να ενημερώσουν, να εξηγήσουν τις οδηγίες των αρχών, και να εκπαιδεύσουν το κοινό, σε σχέση με τον νέο αυτό ιό. Αυτό όμως που πρέπει να αποφευχθεί είναι να εκφράζονται διχογνωμίες δημόσια και με έντονο τρόπο. Οι επιστημονικές διαφωνίες πρέπει να εκφράζονται σε επιστημονικούς κύκλους και να μην αποτελούν μέσο προβολής στα ΜΜΕ. Φυσικά οι διαφωνίες αυτές είναι πάντα ευπρόσδεκτες και αποτελούν τη βάση της διαδικασίας παραγωγής γνώσης. Όμως δεν μπορούμε να εκθέτουμε τους μη ειδικούς πολίτες σε συνεντεύξεις 5-10 λεπτών στα κανάλια και να δημιουργούμε στους πολίτες σύγχυση και αμφιβολία για τα μέτρα της κυβέρνησης, τα οποία έχουν παρθεί με βάση αποδεκτά επιστημονικά συμπεράσματα.
Πηγή: iefimerida.gr