Ο τότε Πρόεδρος του ΔΣ της Λαϊκής Τράπεζας Κωνσταντίνος Μυλωνάς δεν διώχθηκε ποινικά λόγω της μεγάλης ηλικίας του, ανέφερε, μεταξύ άλλων, σήμερα ο επικεφαλής της ανακριτικής ομάδας, που διερεύνησε την υπόθεση εναντίον υψηλόβαθμων στελεχών της πρώην Λαϊκής Τράπεζας, Ανώτερος Υπαστυνόμος Μάρκος Νικολεττής.
Κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι ο Ευθύμιος Μπουλούτας, τότε Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου της Λαϊκής, ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος Παναγιώτης Κουννής, ο μη εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Νεοκλής Λυσάνδρου και το μη εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Μάρκος Φόρος.
Κατά την κύρια εξέταση του ως μάρτυρας κατηγορίας στην υπόθεση που εκδικάζεται ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, ο κ. Νικολεττής αναφέρθηκε στον κ. Μυλωνά κάνοντας λόγο για «ένα καθώς πρέπει και ευγενέστατο υπερήλικα», ενώ απαντώντας σε ερωτήσεις της υπεράσπισης ανέφερε ότι την επίδικη περίοδο ήταν 81 ετών και την ημέρα που έδωσε κατάθεση στους ανακριτές ήταν 85 ετών.
Κληθείς από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής να αναφερθεί στην ημέρα που ο κ. Μυλωνάς μετέβη στο Συνεδριακό Κέντρο στις 22/10/15 για να δώσει κατάθεση στην ανακριτική ομάδα, ο κ. Νικολεττής ανέφερε ότι ο κ. Μυλωνάς είχε χύσει κατά λάθος το καφέ του επάνω σε κάποια έγγραφα, ενώ κατά την έξοδο του από το συνεδριακό κέντρο «έτριψε», κατά την έκφραση του, το αυτοκίνητο του στο σιντριβάνι του Συνεδριακού.
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση της υπεράσπισης, ο μάρτυρας κατηγορίας συμφώνησε με τη θέση ότι τα επίδικα θέματα της παρούσας υπόθεσης λόγω της φύσης τους απαιτούν κάποιες εξειδικευμένες γνώσεις σε λογιστικά θέματα, ενώ ερωτηθείς κατά πόσο ο ίδιος είναι καταρτισμένος και έχει γνώσεις επί αυτών των θεμάτων απάντησε αρνητικά.
Κατά την αντεξέταση του από τους συνηγόρους υπεράσπισης των κατηγορουμένων, ο κ. Νικολεττής είπε ότι δεν ζητήθηκε δικαστική συνδρομή για τη λήψη ανακριτικής κατάθεσης από τους Ευθύμιο Μπουλούτα και Μάρκο Φόρο. Όπως υποστήριξε, όταν είχε υποβληθεί αίτημα δικαστικής συνδρομής σε άλλη υπόθεση στην οποία εμπλέκονταν και πάλι οι δύο κατηγορούμενοι αυτό δεν εκτελέστηκε για διάφορους δικονομικούς και άλλους λόγους, με αποτέλεσμα να παρατηρηθεί μεγάλη καθυστέρηση στη διερεύνηση της υπόθεσης.
Ως εκ τούτου, ανέφερε, ο ίδιος επικοινώνησε μαζί με τους κατηγορούμενους τηλεφωνικώς και αυτοί απέστειλαν γραπτώς τις θέσεις τους , σημειώνοντας ότι είχε αποφασιστεί η δίωξη τους χωρίς να ληφθούν καταθέσεις από τους ίδιους.
Ο κ. Νικολεττής απέρριψε υποβολή ότι ο μοναδικός λόγος που δεν έλαβαν καταθέσεις από τους Μπουλούτα και Φόρο είναι επειδή υπήρχε «ειλημμένη απόφαση να κατηγορηθούν ούτως ή άλλως». Είπε επίσης ότι ο κ. Μπουλούτας ήταν ο υπ' αριθμόν ένα ύποπτος λόγω της θέσης που κατείχε στην τράπεζα.
Ο κ. Νικολεττής είπε ακόμη ότι από τα γεγονότα και τη μαρτυρία που είχε συγκεντρωθεί δεν κρίθηκε αναγκαίο να κληθούν για κατάθεση και να διωχθούν και άλλα μέλη του ΔΣ, μεταξύ των οποίων και ο κ. Χρίστος Στυλιανίδης, απορρίπτοντας την υποβολή ότι ο λόγος που δεν αναζήτησαν περαιτέρω μαρτυρία για το τί πράγματι ελέχθη στη συνεδρία του ΔΣ στις 29/11/2011 ήταν «η προειλημμένη απόφαση σας να εξαιρέσετε τον κ. Στυλιανίδη για να τον χρησιμοποιήσετε ως μάρτυρα κατηγορίας».
Η κατάθεση που έδωσε ο κ. Νικολεττής για την παρούσα υπόθεση στις 28/12/2015 κατατέθηκε στο δικαστήριο ως τεκμήριο και αποτέλεσε μέρος της κύριας εξέτασης του. Η κατάθεση του κ. Νικολεττή θεωρήθηκε ως αναγνωσθείσα και έτσι δεν διαβάστηκε κατά τη σημερινή ακροαματική διαδικασία.
Πριν από τη κατάθεση του κ. Νικολεττή ενώπιον του Κακουργιοδικείου είχε ολοκληρωθεί αντεξέταση του Αλέξανδρου Περικλέους επί του περιεχομένου της έκθεσης της Ernst & Young.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 29 και 30 Ιανουαρίου στις 9 το πρωί με την παρουσίαση νέου μάρτυρα κατηγορίας από την πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής. Το Δικαστήριο έδωσε σήμερα και νέες ημερομηνίες για συνέχιση της διαδικασίας στις 20, 21,22 και 23 Φεβρουαρίου στις 9 το πρωί.
Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού δύο κατηγορίες, η πρώτη για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και η δεύτερη για το αδίκημα των ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων και πληροφοριών ή απόκρυψης.
Συγκεκριμένα, οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται ότι με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, χειραγώγησαν την αγορά. Δηλαδή, ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, διέδωσαν πληροφορίες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο κοινό που έδιναν παραπλανητικές ενδείξεις. Δηλαδή, ενώ γνώριζαν ότι υπήρξε απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της τράπεζας στην Ελλάδα (Marfin Egnatia Bank), η οποία ανερχόταν στα €330 εκ. τουλάχιστον, παρέλειψαν να το συμπεριλάβουν στη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011 και η οποία δημοσιεύθηκε στις 29/11/2011.
Κατηγορούνται, επίσης, ότι με την με την Marfin Popular Bank, μεταξύ 29 Νοεμβρίου του 2011 και 28 Φεβρουαρίου του 2012, στη Λευκωσία, και ενώ ήταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, προέβησαν σε παραπλανητική ανακοίνωση. Δηλαδή, στις 29/11/11 δημοσιοποίησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου τη συνοπτική ενδιάμεση ενοποιημένη οικονομική κατάσταση για την εννιαμηνιαία περίοδο που είχε λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου του 2011, αποκρύβοντας την απομείωση σημαντικού μέρους της υπεραξίας των εργασιών της εταιρείας στην Ελλάδα, η οποία ανερχόταν στα €330 εκ τουλάχιστον.
Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο που εκδικάζει την υπόθεση, αποτελείται από την Πρόεδρό του, Έλενα Εφραίμ, τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή Νίκο Γερολέμου και την Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστή Στέλλα Χριστοδουλίδου – Μέσσιου.