Συνέντευξη εφ' όλης της ύλης παραχώρησε ο Πραξιτέλης Βούρος στην Ζέτα Θεοδωρακοπούλου και στην ιστοσελίδα athletestories.gr.
Ο Ελλαδίτης άσος μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στο πέρασμα του από τον ΑΠΟΕΛ, αλλά και στην απόφαση του να πάρει μεταγραφή στον Απόλλωνα.
Διαβάστε αναλυτικά τα αποσπάσματα:
Για το πώς κατέληξε στο ΑΠΟΕΛ:
"Τότε έδωσε τη λύση ο Πρόεδρος του Ολυμπιακού, ο κύριος Βαγγέλης Μαρινάκης, «εντάξει, αφήστε το παιδί να φύγει, απ΄ τη στιγμή που δεν παίζει». Βέβαια, εγώ είχα ζητήσει να πάω στην προετοιμασία, να με δει ο κύριος Χάσι, ο οποίος είχε έρθει τότε από την Άντερλεχτ, και, αν δεν του έκανα, πολύ ευχαρίστως να έφευγα.
Αυτό δεν συνέβη, έμεινα ελεύθερος, είχε πάει 23 Αυγούστου και δεν είχα ομάδα, είχα άγχος εκτός των άλλων και για την οικογένειά μου, γιατί ήθελα να κλείσω κάπου, ούτως ώστε να μπορώ να βοηθάω τους δικούς μου, όποτε χρειαστεί. Τελικά, ο μάνατζέρ μου μίλησε με τον κύριο Δώνη και πήγα στην Κύπρο και τον ΑΠΟΕΛ μετά τον Δεκαπενταύγουστο.
Η Κύπρος για εμένα δεν ήταν άγνωστη, γιατί ο πατέρας μου δούλευε εκεί παλιότερα και από μικρό παιδί μού έλεγε κάποια πράγματα για τη χώρα, ενώ ο Γιώργος Δώνης, εδώ θεωρώ ότι θα συμφωνήσουν πολλοί συνάδελφοι, είναι ο καλύτερος προπονητής στο να σου δίνει αυτοπεποίθηση, καθώς τη διαθέτει και ο ίδιος, έχει μια αύρα που βγαίνει προς τους παίκτες και νιώθουν πολύ ελεύθεροι να παίξουν και να τα δώσουν όλα για αυτόν.
Η ομάδα του ΑΠΟΕΛ λοιπόν ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία για εμένα, δεν είχα παίξει και πάρα πολύ στον Ολυμπιακό, ενώ μάλιστα η ομάδα τότε έδινε και προκριματικά με τη Σλάβια Πράγας και είχε περάσει στους ομίλους του Champions League, προοπτική που όχι απλώς μου άρεσε αλλά την ονειρευόμουν.
Θυμάμαι, σε αγώνα με τη Ρεάλ για την κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση είχαμε μια αψιμαχία με τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Όταν μπαίνεις μέσα στο γήπεδο, απλώς θέλεις να κερδίσεις, όποιος κι αν είναι ο αντίπαλος, όσο δύσκολος κι αν είναι ο αγώνας, τους βλέπεις όλους ίδιους, έχω παίξει αντίπαλος πχ και με τον Χάρι Κέιν. Του έκανα λοιπόν ένα μαρκάρισμα, εγώ θεώρησα ότι δεν τον βρήκα, αλλά εκείνος ζήτησε φάουλ. Τέτοιοι παίκτες σε τέτοιες ομάδες, αν δεν πρόκειται για αγώνα πχ Ρεάλ-Μπαρτσελόνα, πιστεύω ότι θα πρέπει να δείχνουν σεβασμό στους αντιπάλους και να μην ζητούν τέτοια φάουλ.
Όλη αυτή η συμπεριφορά του δεν μου άρεσε, τον έσπρωξα, με έσπρωξε και αυτός, ήρθαμε σε μια αψιμαχία, βριστήκαμε λίγο, αλλά εν πάση περιπτώσει είναι τιμή μου που με έβρισε ο Ρονάλντο! Ωστόσο, μετά το τέλος του ματς ήρθε και μου έδωσε το χέρι και εγώ ανταποκρίθηκα. Είναι ο Ρονάλντο, υπάρχει σεβασμός και μέσα στο γήπεδο συμβαίνουν αυτά.
Το πρώτο μας παιχνίδι ενάντια στη Ρεάλ ήταν μέσα στο γήπεδό της και μου έχει μείνει, ήταν κάτι πρωτόγνωρο για μένα, γιατί ήμουν βασικός στον πρώτο αγώνα για τους ομίλους του Champions League.
Πριν τον αγώνα συζητούσα με έναν συμπαίκτη μου, ενώ κάναμε ζέσταμα και το γήπεδο ήταν ακόμη άδειο, και του λέω «σιγά τώρα να μην έρθουν να δουν εμάς, τον ΑΠΟΕΛ», μου απαντά «ησύχασε, κάνε ζέσταμα και θα δεις ότι, όταν βγαίνουμε, θα είναι γεμάτο το γήπεδο» και συνεχίζω «καλά, ήρθα κι εγώ μια φορά στο Bernabéu και θα είναι άδειο;». Και όντως, βγαίνουμε στο ζέσταμα, εκεί που ανεβαίνεις τα σκαλιά, και είναι γεμάτο, ήταν σαν κινηματογραφικό στιγμιότυπο, απίστευτο συναίσθημα.
Μου έχουν μείνει όμως και τα δύο ματς με τη Ντόρτμουντ, πάλι για τους ομίλους του Champions League, καθώς δεν χάσαμε σε κανένα, πήραμε ισοπαλία και στους δύο αγώνες. Μάλιστα, στο τελευταίο λεπτό, στο 92′, μέσα στη Γερμανία και με το σκορ στο 1-1, τυχαίνει να βγω εγώ για σέντρα μες στη μικρή περιοχή και βγαίνει ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος κάνοντας τάκλιν, δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο, σκέφτομαι ή ότι θα μπει αυτογκόλ ή ότι θα το βάλει δικός μας παίκτης, ήταν απίστευτο, λίγο πριν τη γραμμή! Και αν κερδίζαμε εκεί, θα περνούσαμε ως τρίτοι! Ακόμη το σκέφτομαι καμιά φορά."
Με νοοτροπία νικητή και… αρχηγού
Τριάμισι χρόνια έμεινα στην Κύπρο και έφυγα την περίοδο του covid. Από ένα σημείο και μετά αλλά και λόγω κάποιων συμβάντων, δεν γινόταν να συνεχίσω. Τότε είχα και ένα θέμα με τον πατέρα μου, αλλά κυρίως διαφωνούσα με καταστάσεις που είχαν συμβεί στην ομάδα, δεν μπορούσα να συνυπάρξω και να είμαι μάρτυρας σε πράγματα που με έβρισκαν αντίθετο.
Είχαμε μια πολύ καλή ομάδα, έπρεπε να συνεχίσουμε και να διεκδικήσουμε το Πρωτάθλημα επί ίσοις όρους με όλους, στην Ευρώπη είχαμε περάσει στους «32» και χάσαμε από τη Βασιλεία. Ήρθα λοιπόν σε κόντρα με κάποιους ανθρώπους, άφησα πίσω μου και ένα ποσό χρημάτων και κατάφερα να μείνω ελεύθερος.
Για τη συμφωνία με τον Απόλλωνα, είπε:
Έτσι, μετά από τέσσερα χρόνια στην ομάδα, είναι πολύ δύσκολο να μαζέψεις σε κούτες τα πράγματά σου, την καθημερινότητα που έχεις χτίσει και τα 121 παιχνίδια που έχεις παίξει. Όλα στη ζωή βέβαια είναι ένας κύκλος, καλώς ή κακώς, κι εμείς δεν μπορέσαμε να βρούμε λύση με τον ΟΦΗ για να ανανεώσουμε το συμβόλαιό μου.
Δεν μου αρέσει να λέω «αντίο», είναι μακάβριο, σαν να ξέρεις ότι δεν θα ξαναβρεθείς κάπου ή με κάποιον, οπότε εν προκειμένω είπα «εις το επανιδείν». Μάλιστα, όταν μετά από χρόνια κλείσω την όποια ποδοσφαιρική πορεία θα έχω καταφέρει να κάνω, σκεφτόμαστε μαζί με τη γυναίκα μου να γυρίσουμε στην Κρήτη και να μείνουμε μόνιμα εκεί.
Στον δρόμο μου βρέθηκε και πάλι η Κύπρος, αυτή τη φορά μέσω του Απόλλωνα Λεμεσού. Είδα έναν πόθο προς το πρόσωπό μου από τους ανθρώπους της ομάδας, κατάλαβα ότι με εκτιμούν τόσο ως άνθρωπο όσο και ως ποδοσφαιριστή και έκανα μια πολύ καλή, κατά τη γνώμη μου, επιλογή για να συνεχίσω την καριέρα μου και να κάνω αυτό που αγαπώ, προσπαθώντας φυσικά να βάλω κι εγώ ένα μικρό λιθαράκι στην επίτευξη των στόχων της ομάδας.
Γιατί νιώθω τυχερός και ευλογημένος που κάνω τη δουλειά του ποδοσφαιριστή, που έχω κάνει το χόμπι μου επάγγελμα και πληρώνομαι από αυτό.
Βέβαια, όπως έχω αποδείξει και στο παρελθόν, τα λεφτά ούτε έπαιξαν ούτε θα παίξουν κάποιον ρόλο στη ζωή μου, έχω χαρίσει χρήματα, έχω χάσει χρήματα, αλλά δεν παραπονιέμαι.
Από εκεί και πέρα, όταν κάνεις σχέδια, ο Θεός και η ζωή γελούν. Έχω περάσει δύσκολα με την οικογένειά μου κι έχω καταλήξει στο ότι πρέπει να απολαμβάνουμε την κάθε μέρα, να ζούμε το σήμερα, να μην κάνουμε σχέδια και όνειρα, να είμαστε με ανθρώπους που μας εκτιμούν γι’ αυτό που είμαστε.