Η έκθεση της Ερευνητικής Επιτροπής «καίει» τον γενικό διευθυντή του Συνεργατισμού Νικόλα Χατζηγιάννη, στον οποίο καταλογίζονται «βαρύτατες ευθύνες για την τελική κατάληξη του ΣΠΤ και ειδικότερα για τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα» σημειώνοντας πως φάνηκε πολύ κατώτερος των περιστάσεων. Στο συμπέρασμα τίθεται ζήτημα ενδεχόμενων αστικών ευθυνών όπως ενδεχόμενο για διάπραξη ποινικών αδικημάτων τα οποία ενδεχομένως να αποκαλυφθούν σε βάθος εξέταση από τις αστυνομικές αρχές.
Απότυχε πλήρως όπως καταγράφεται στο να διευθύνει με σωφροσύνη την τράπεζα και να υπάρχει μείωση των ΜΕΧ και των λειτουργικών εξόδων της τράπεζας . Όπως καταγράφεται επέδειξε αμέλεια και ανικανότητα να αντιμετωπίσει τις επανειλημμένες υποδείξεις των εποπτικών αρχών.
Κατάρρευση Συνεργατισμού: Στη δημοσιότητα το πόρισμα - «Καίει» τον Χάρη
Όπως καταγράφεται στην έκθεση αντί να μεριμνήσει για τη μείωση των λειτουργικών εξόδων οδήγησε στο αντίθετο αποτέλεσμα με τις ενέργειες και τις παραλείψεις και συγκεκριμένα, στη διασπάθιση χρημάτων. Καταγράφονται υπερβολικές δαπάνες για διαφήμιση για αγορά υπηρεσιακών αυτοκινήτων υψηλά όρια εταιρικής κάρτας κλπ.
Η συμπεριφορά του, όπως λέγεται, ήταν η κύρια αιτία παραίτησης του «καθόλα ικανού και έμπειρου τραπεζίτη» Μάριου Κληρίδη. Όπως καταγράφεται στην έκθεση ενώ ήταν ακόμα πρόεδρος της επιτροπείας ο Νικόλας Χατζηγιάννης κατά την περίοδο 2013-2015 και γενικός διευθυντής ο Μάριος Κληρίδης συμπεριφερόταν σαν να είναι γενικός διευθυντής. «Πέραν από το γεγονός ότι κατέλαβε το γραφείο του γενικού διευθυντή, φρόντισε να του παραχωρηθεί υπηρεσιακό αυτοκίνητο στελέχωσε το γραφείο του με προσωπικό που δεν δικαιολογούσε τη θέση του προέδρου αναμειγνυόταν ενεργά στα καθήκοντα της εκτελεστικής διεύθυνσης πράγμα που επεσήμαναν και οι εποπτικές αρχές και υποδείκνυαν σαν φαινόμενο κακής διακυβέρνησης» σημειώνεται στην έκθεση.
Στην έκθεση σημειώνεται το συμπέρασμα ότι ο κ. Χατζηγιάννης πιθανόν να έχει αστικές ευθύνες οι οποίες πηγάζουν από τις σοβαρές παραβιάσεις της συμφωνίας του με την Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα. Όπως σημειώνεται ενδεχομένως να ευθύνεται και για τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων τα οποία ενδεχομένως να αποκαλυφθούν σε βάθος εξέταση από τις αστυνομικές αρχές.
Εν αγνοία της Επιτροπείας
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του πορίσματος εκφράζεται η εκτίμηση ότι ο κ. Χατζηγιάννης ενεργούσε και λάμβανε αποφάσεις εν αγνοία της Επιτροπείας της Τράπεζας τις οποίες μάλιστα φρόντιζε να επιβάλλει εκ των υστέρων. "Χαρακτηριστικό" όπως αναφέρεται "παράδειγμα η συμφωνία με την εταιρεία Altamira η οποία, τονίζουμε δεν ήταν μια οποιαδήποτε συμφωνία. Είχε άμεση σχέση με τον καθοριστικό στόχο της Τράπεζας δηλαδή αυτόν της μείωσης των ΜΕΧ και στην οποία εμπλεκόταν ένα χαρτοφυλάκιο της Τράπεζας ύψους €7 δις".
Όπως σημειώνεται ο κ. Χατζηγιάννης "ούτω ενεργώντας παραβίασε κατ’ επανάληψη τους όρους της Συμφωνίας εργοδότησης του με την ΣΚΤ. Παραβίασε τον όρο 6 κατά δύο τρόπους. Πρώτον, παρέλειψε, ως εκεί προβλέπεται, να επιβλέπει, εποπτεύει, συντονίζει και γενικά διευθύνει τις εργασίες και δραστηριότητες του προσωπικού για την εκπλήρωση των σκοπών της Τράπεζας. Δεύτερον, παρέλειψε να επιδιώκει την επίτευξη των σκοπών και στόχων της Τράπεζας με τις οικονομικότερες, καλύτερες και πιο αποδοτικές και κατάλληλες μεθόδους. Παραβίασε όμως και τον όρο 7 της συμφωνίας 747 ο οποίος του επέβαλλε την ευθύνη ενημέρωσης της Επιτροπείας της Τράπεζας για οποιοδήποτε σημαντικό θέμα και για κάθε θέμα για το οποίο ήταν αναγκαίο να ενημερωθεί. Παραβίασε όμως ο κ. Χατζηγιάννης και τον σημαντικό όρο 5 της συμφωνίας ο οποίος του επέβαλλε υποχρέωση άσκησης των καθηκόντων του με το καλύτερο και πλέον αποτελεσματικό τρόπο και σε ανώτατο επαγγελματικό επίπεδο. Επί πλέον δε του καθόριζε την υποχρέωση “όπως μη προβεί σε οποιαδήποτε πράξη και/ή αποφύγει οποιαδήποτε άλλη πράξη η παράλειψη η οποία είναι δυνατόν να προκαλέσει (στην ΣΚΤ) οποιαδήποτε υλική και/ή ηθική και/ή άλλη βλάβη”. “Καταλήγουμε επομένως στο συμπέρασμα ότι ο κ. Χατζηγιάννης δυνατόν να έχει αστικές ευθύνες οι οποίες πηγάζουν από τις πιο πάνω παραβιάσεις της Συμφωνίας του με την ΣΚΤ".
"Πιστεύουμε" αναφέρεται "όμως ότι ο κ. Χατζηγιάννης ενδεχόμενα ευθύνεται και για τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων τα οποία δυνατόν ν’ αποκαλυφθούν ύστερα από μια σε βάθος εξέταση από τις αστυνομικές αρχές. Χρήζουν ιδιαίτερα εξέτασης οι δραστηριότητες του κ. Χατζηγιάννη σε σχέση με την διαπραγμάτευση και κατάληξη σε συμφωνία με την Altamira καθώς επίσης σε σχέση με τη γνώση του για τις υπερχρεώσεις τόκων. Της ίδιας σε βάθος εξέτασης χρήζει η σε συνεργασία με τον κ. Σταυρινίδη δραστηριότητα".
Πολιτική διαφθορά στις αποφάσεις κομμάτων
Ευθύνες στα πολιτικά κόμματα αποδίδει το πόρισμα επισημαίνοντας ότι κριτήριο των αποφάσεων τους δεν ήταν το καλώς νοούμενο συμφέρον του Συνεργατισμού αλλά η δική τους επικράτηση και η εξυπηρέτηση του δικού τους κομματικού συμφέροντος.
Οι ευθύνες των πολιτικών κομμάτων εντοπίζονται ιδιαίτερα σε επίπεδο των ΣΠΙ, αναφέρει η έκθεση της Ερευνητικής Επιτροπής για την κατάρρευση του Συνεργατικού Πιστωτικού Συστήματος, ενώ επισημαίνει ότι η κακοδαιμονία του Συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος δεν οφείλεται μόνο στην αρνητική επιρροή των κομμάτων. Η μη ορθολογική δανειοδότηση κομματικών φίλων, η συγκάλυψη ατασθαλιών αξιωματούχων των ΣΠΙ, οι οποίοι είχαν την στήριξη του κόμματος στο οποίο ανήκαν, και η συνακόλουθη ατιμωρησία, είναι μόνο κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα των τέτοιων συμπεριφορών. Το πόρισμα επικαλείται απόσπασμα της Βουλής των Λόρδων και χαρακτηρίζει την συμπεριφορά των κομμάτων ως πολιτική διαφθορά.
Δεν εκλέγονταν οι καλύτεροι
Αυτές οι πρακτικές, αναφέρει το πόρισμα, ήταν ευκολότερο να ασκούνται από τα μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα. « Με δεδομένο ότι η εκλογή των επιτροπειών των ΣΠΙ διεξαγόταν με το πλειοψηφικό σύστημα ήταν επόμενο ότι κατά γενικό κανόνα μόνο αυτά μπορούσαν να εκλέγουν την πλειοψηφία των μελών μιας Επιτροπείας ανάλογα με την κομματική τους δύναμη σε μια δεδομένη τοπική κοινωνία», αναφέρεται στο πόρισμα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην εκλέγονται οι καλύτεροι για την ορθολογική οικονομική διαχείριση των ΣΠΙ. «Οι κομματικά καλύτεροι δεν σημαίνει ότι είναι και οι ικανότεροι για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις της θέσης την οποία κατέχουν. Δυστυχώς δε αυτές οι πρακτικές δεν αφορούσαν μόνο τα ΣΠΙ αλλά και πρακτικές στο επίπεδο της ΣΚΤ ιδιαίτερα στην μετά το 2013 περίοδο όπως σε άλλο σημείο της έκθεσης μας εξηγούμε» επισημαίνεται.
Η Ερευνητική επιτροπή παραθέτει αναφορές του Λιλλήκα ότι τα κόμματα προορίζονται να ασχολούνται με την πολιτική και όχι με την ΑΗΚ και την CYTA και του κ. Ρολάνδη, ότι το γεγονός ότι τα κόμματα ελέγχουν όχι μόνο τον Συνεργατισμό, αλλά και πολλά άλλα συμβούλια δεν βοηθά. Αλλά ούτε και από εκεί μπορείς να τα βγάλεις, είναι σαρξ εκ της σαρκός των κομμάτων όλα αυτά τα πράγματα δυστυχώς και είναι ένα από τα προβλήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Ας μας επιτραπεί δε και μια γενικότερη επισήμανση η οποία στηρίζεται και στις παρατηρήσεις των δύο πρώην Υπουργών με μακρά πείρα στην πολιτική ζωή του τόπου.
Πέραν την περίπτωσης της Συνεργατικής η Ερευνητική Επιτροπή επεκτείνεται και στον τρόπο που επιλέγονται τα μέλη γενικότερα συμβουλίων οργανισμών οι οποίοι χειρίζονται ζωτικούς τομείς της οικονομίας του τόπου. «Αυτή η αντίληψη των κομμάτων ότι μπορούν να επεμβαίνουν σε τομείς της οικονομικής δραστηριότητας η οποία δεν έχει κατ’ ευθείαν σχέση με την πολιτική είναι ευρύτερη και δεν περιορίζεται μόνο στο ΣΠΤ. Αδυνατούμε ν’ αντιληφθούμε γιατί η σύνθεση πολλών συμβουλίων οργανισμών οι οποίοι χειρίζονται ζωτικούς τομείς της οικονομίας του τόπου πρέπει ν’ αντανακλούν την δύναμη των κομμάτων ή γιατί η εκάστοτε κυβέρνηση θα πρέπει να ευνοεί σε τέτοιους διορισμούς τα κομματικά πλέον ενεργά μέλη, και όχι εκείνα τα πρόσωπα τα πλέον ικανά τα οποία λόγω προσόντων, ικανότητας, πείρας, εντιμότητας μπορούν να συμβάλουν στην πρόοδο του συγκεκριμένου οργανισμού και κατ’ επέκταση στην οικονομία του τόπου ευρύτερα», αναφέρει το πόρισμα.
Μικρές οι ευθύνες της Βουλής
Η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν είχε ιδιαίτερη ανάμιξη και ρόλο στα του Συνεργατισμού την περίοδο από την ανακεφαλαιοποίηση μέχρι την πώληση. Ενημερωνόταν στο βαθμό και με τον τρόπο με τον οποίο η εκτελεστική εξουσία και ειδικότερα το Υπουργείο Οικονομικών το αποφάσιζαν.
Αν μπορεί να καταλογισθεί στη Βουλή κάποιου είδους ευθύνη αφορά την προσπάθεια της ν’ αποστερήσει τον Γενικό Ελεγκτή της εξουσίας να ελέγχει την ΣΚΤ αναφέρει η έκθεση ως προς τις ευθύνες της Βουλής από την περίοδο της ανακεφαλαιοποίησης μέχρι την πώληση του Συνεργατισμού.
Και σε αυτό το σημείο η ερευνητική επιτροπή επιρρίπτει ευθύνες στον Υπουργό Οικονομικών καθώς περιγράφει ότι η εικόνα που εδίδετο στις Επιτροπές της Βουλής στις οποίες συνήθως παρίστατο και ενημέρωνε τα μέλη της Βουλής ο Υπουργός Οικονομικών, ήταν μια μάλλον αισιόδοξη εικόνα, η οποία δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα. Προστίθεται ότι η Βουλή επιπλέον ψήφισε νομοθετήματα για να καταστήσουν δυνατή την ανακεφαλαιοποίηση στη βάση των όσων στοιχείων τέθηκαν ενώπιον της ότι ο ΣΠΤ ήταν βιώσιμος. Ψήφισε επίσης νομοθετήματα ώστε να καταστεί δυνατή η πώληση της ΣΚΤ στην Ελληνική Τράπεζα. Καταλήγοντας για το μερίδιο που αναλογεί στην Βουλή από την περίοδο ανακεφαλαιοποίησης μέχρι την κατάρρευση, η έκθεση αναφέρει ότι «δεν υπήρχαν πλέον περιθώρια ώστε να ληφθούν από τη Βουλή άλλα μέτρα για τη διάσωση της».
Διευκρινίζεται επίσης ότι οι αναφορές για την Βουλή των Αντιπροσώπων αφορούν την Βουλή σαν σώμα και σαν την νομοθετική εξουσία της Κυπριακής Δημοκρατίας και αφήνουν άθικτα τα όσα η επιτροπή είχε αναφέρει για την ευθύνη κάποιων κομμάτων σε σχέση με την κακή πορεία του ΣΠΤ.
Πηγή: Καθημερινή