ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Το 44% εργαζομένων θα εξέταζε μετανάστευση για καλύτερες απολαβές

Δύσκολα ανταποκρίνεται στις οικονομικές υποχρεώσεις 75% των εργαζομένων

ΚΥΠΕ

Το 23% των εργαζομένων δυσκολεύεται κάθε μήνα να πραγματοποιήσει αγορές σε είδη πρώτης ανάγκης, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να δανείζεται για να καλύψει τις οικονομικές του υποχρεώσεις, ενώ το 44% των εργαζομένων θα εξέταζε το ενδεχόμενο μετανάστευσης για καλύτερες απολαβές. Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται στην έρευνα για τους μισθούς που διενήργησαν IMR/University of Nicosia για λογαριασμό της ΣΕΚ, με τον ΓΓ της συντεχνίας, Ανδρέα Μάτσα να δηλώνει ότι τα αποτελέσματα της έρευνας «είναι καταθλιπτικά».

Τα αποτελέσματα της έρευνας, σημείωσε ο κ. Μάτσας σε διάσκεψη Τύπου, που έγινε σήμερα, αποτυπώνουν τη ζώσα πραγματικότητα και αναδεικνύουν προβλήματα που διασυνδέονται με την ομαλή λειτουργία των εργασιακών σχέσεων, την επάρκεια των μισθών, την ανάγκη επέκτασης και βελτίωσης του κατώτατου μισθού, όπως και την ανάγκη επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων.

«Όταν 44% των εργαζομένων είναι διατεθειμένοι να μεταναστεύουν, εκ των οποίων το 61% των νέων ανθρώπων, αντιλαμβάνεστε με ποια προοπτική αντιμετωπίζεται η επόμενη μέρα με τον κόσμο της εργασίας. Στόχος της ΣΕΚ παραμένει η αξιοποίηση του θεσμικού πλαισίου του θεσμικού πλαισίου του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος και του κοινωνικού διαλόγου», δήλωσε.

Η ΣΕΚ, συνέχισε ο κ. Μάτσας, ζητά αμέσως τη σύγκληση των Σωμάτων που διασυνδέονται με τη δυνατότητα βελτίωσης του ύψους του κατώτατου μισθού, διασυνδέοντας τον με την ωριαία απόδοση του εντάσσοντας σε αυτό και την ΑΤΑ, «έτσι ώστε να καλύψουμε τις πληθωριστικές απώλειες που επιδρούν αρνητικά στην επάρκεια των μισθών.

«Ζητούμε άμεση αποκατάσταση της ΑΤΑ για όλους», τόνισε. Στο πλαίσιο αυτών των διεκδικήσεων, πρόσθεσε, εντάσσεται και η ανάγκη επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων στη βάση των προνοιών που προδιαγράφει η οδηγία για την επάρκεια των μισθών, έτσι ώστε να καλύψουμε το σύνολο των εργαζομένων. Παράλληλα, τόνισε ο ΓΓ της ΣΕΚ, είναι επιτακτική ανάγκη η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, έτσι ώστε να διασφαλίσουμε ότι κανένας συνταξιούχος δεν θα λαμβάνει σύνταξη κάτω από το όριο φτώχιας, διασυνδέοντας τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα με το θεσμό των Ταμείων Προνοίας και αποκαθιστώντας την εκκρεμότητα, η οποία βρίσκεται ενώπιον μας όσον αφορά την αναλογιστική αναπροσαρμογή του 12%».

Αντικείμενα, είπε ο κ. Μάτσας, για τα οποία η ΣΕΚ έχει καταθέσει σαφείς και ξεκάθαρες θέσεις και εισηγήσεις και για τα οποία δεν πρόκειται να υπάρξει καμία έκπτωση, λαμβάνοντας υπόψιν και τα δεδομένα τα οποία έχει αναδείξει η συγκεκριμένη έρευνα, η οποία επιβεβαιώνει την ορθότητα των συνδικαλιστικών θέσεων.

Όπως αναφέρθηκε στη διάσκεψη, η μεγάλη ποσοτική και ποιοτική έρευνα ανάμεσα σε εργαζόμενους και εργοδότες, που διενήργησαν για λογαριασμό της ΣΕΚ, IMR / Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, ανέδειξε τα σοβαρά προβλήματα της αγοράς εργασίας, καθώς και τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, και επιβεβαίωσε την ανάγκη για ρυθμίσεις, οι οποίες θα ενισχύουν τους εργαζόμενους και την κοινωνία γενικότερα.

Δύσκολα ανταποκρίνεται στις οικονομικές υποχρεώσεις 75% των εργαζομένων

Σύμφωνα με τα κύρια στοιχεία της έρευνας, το 75% των εργαζομένων δηλώνει ότι δεν είναι ικανοποιημένο από τον μισθό του, καθώς δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της αγοράς, ενώ το 62% των εργαζομένων ομολογεί ότι αντιμετωπίζει δυσκολία να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις. Μόλις το 7% δηλώνει πως ζει άνετα με βάση τα εισοδήματα που λαμβάνει.

Επιπρόσθετα, το 70% των εργαζομένων δηλώνει ανασφάλεια λόγω της οικονομικής του κατάστασης, με αδυναμία στην αποταμίευση (το 74% των εργαζομένων δεν έχει τη δυνατότητα αποταμίευσης) ή στην κάλυψη απρόβλεπτων δαπανών, ενώ η πλειοψηφία των εργαζομένων λαμβάνει χαμηλότερο καθαρό μισθό από τον μέσο όρο.

Παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται η ονομαστική βελτίωση του επιπέδου των μισθών, εντούτοις επιβεβαιώνεται η μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, δημιουργώντας επαναλαμβανόμενες δυσκολίες ή και αδυναμίες στην κάλυψη βασικών αναγκών (στέγαση, άλλες βασικές ανάγκες, εκπαίδευση, διακοπές), με αποτέλεσμα το 61% των εργαζομένων να μην απολαμβάνει καλή ποιότητα ζωής.

Ανησυχητικό είναι επίσης το γεγονός ότι το 23% των εργαζομένων δυσκολεύεται κάθε μήνα να πραγματοποιήσει αγορές σε είδη πρώτης ανάγκης, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να δανείζεται για να καλύψει τις οικονομικές του υποχρεώσεις.

Σε ό,τι αφορά τον Εθνικό Κατώτατο Μισθό, σύμφωνα με την έρευνα το 98% των εργαζομένων έχει εκφράσει ανησυχίες για τον εθνικό κατώτατο μισθό, καθώς θεωρεί πως δεν είναι επαρκής για την κάλυψη των βασικών αναγκών διαβίωσης. Το 24% των εργαζομένων αμείβεται στο ύψος του κατώτατου μισθού, ενώ το 13% αμείβεται κάτω από τον κατώτατο μισθό.

Επιπρόσθετο στοιχείο που καταγράφεται μέσα από την έρευνα είναι ότι το 17% των εργαζομένων δήλωσε ότι αυξήθηκαν οι ώρες απασχόλησής του με την εφαρμογή της νομοθεσίας για τον κατώτατο μισθό, παρά το γεγονός ότι το 77% των επιχειρήσεων δεν έχει καταγράψει αρνητική επίδραση από την εφαρμογή του κατώτατου μισθού στη συνολική οικονομική τους θέση.

Αναφορικά με τις μισθολογικές διακρίσεις, σύμφωνα με την έρευνα είναι αντιληπτές είναι και οι μισθολογικές διακρίσεις εντός της αγοράς εργασίας, με το 68% των εργαζομένων να δηλώνει ότι υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό, με τους νεότερους εργαζόμενους και τις γυναίκες να είναι πιο ευάλωτοι, ακόμη και όταν σύμφωνα με την έρευνα, κατέχουν ίδιες θέσεις και διαθέτουν αντίστοιχα προσόντα και εμπειρία.

Όσον αφορά τον μεταναστευτικό κίνδυνο, από τα ευρήματα της έρευνας, το 44% των εργαζομένων θα εξέταζε το ενδεχόμενο μετανάστευσης για καλύτερες απολαβές, καθώς τα επίπεδα των μισθών έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής τους, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ισορροπία ανάμεσα στην εργασία και στη ζωή.

Την ίδια στιγμή, το 95% των εργοδοτών στην Κύπρο πιστεύει πως ο μισθός αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιλογή μιας θέσης εργασίας, ενώ το 57% θεωρεί πως δεν παρέχει ανταγωνιστικούς μισθούς συγκριτικά με αντίστοιχες θέσεις εργασίας σε άλλους οργανισμούς, τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό.

Ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Μάτσας, ανέφερε ότι η έρευνα της ΣΕΚ, έχει καταδείξει σημαντικά ευρήματα που επιβεβαιώνουν την ανάγκη για προώθηση και εφαρμογή μιας πιο συγκροτημένης στρατηγικής στις εργασιακές σχέσεις και στην εν γένη κοινωνική πολιτική, επιβεβαιώνοντας και τη διάσταση που υπάρχει ανάμεσα στους ονομαστικούς και στους πραγματικούς μισθούς.

Η ΣΕΚ απορρίπτει νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις ΔΝΤ

Στο μεταξύ, όπως αναφέρεται σε απόφαση της Παγκύπριας Συνδιάσκεψης της, η ΣΕΚ απορρίπτει τις νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις του ΔΝΤ, υπενθυμίζοντας πως οι θέσεις αυτές τίθενται κατ’ επανάληψη σε μια προσπάθεια να διαφοροποιηθεί η οικονομική φιλοσοφία, που ακολουθείται στην Κύπρο. Αυτή η προσέγγιση δεν υιοθετήθηκε ούτε ακόμα κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και σίγουρα δεν πρόκειται να υιοθετηθεί ούτε και τώρα, τονίζεται.

Σημειώνεται ότι η ανταγωνιστικότητα της κυπριακής οικονομίας δεν απειλείται ούτε από την Α.Τ.Α, ούτε από τις τεκμηριωμένες αυξήσεις των μισθών στον ιδιωτικό και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά από τη διάβρωση των μισθών λόγω πληθωρισμού, από την αισχροκέρδεια, από τη χαμηλή παραγωγικότητα για την οποία ευθύνη έχουν οι εργοδότες και το κράτος και η οποία βεβαίως και δεν διασυνδέεται με την Α.Τ.Α, όπως και από το ψηλό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.

Η Παγκύπρια Συνδιάσκεψη της ΣΕΚ επαναλαμβάνει για πολλοστή φορά πως, δεν πρόκειται να συναινέσει σε προσεγγίσεις, οι οποίες περιορίζουν ή και ακυρώνουν κατακτήσεις δεκαετιών, υποβαθμίζουν το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και θέτουν σε κίνδυνο τις εργασιακές σχέσεις, το σύνολο της αγοράς εργασίας και τον ρόλο του κοινωνικού διαλόγου ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους.

Σύμφωνα με την απόφαση, η έγκαιρη ολοκλήρωση των εκκρεμοτήτων, καθώς και η πιστή εφαρμογή των προνοιών των συλλογικών συμβάσεων, θα επενεργήσουν θετικά στη ρύθμιση της αγοράς εργασίας, καθώς και αποτρεπτικά στη διατάραξη της εργατικής ειρήνης, προοπτική που φαντάζει αναπόφευκτη με βάση τις σημερινές πραγματικότητες και τη συνεχή υποβάθμιση του κοινωνικού διαλόγου, όπως και την απαράδεκτη κωλυσιεργία για επίλυση των θεμάτων που σχετίζονται με τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την εδραίωση της ποιότητας και της αξιοπρέπειας στην απασχόληση, σε ένα πλαίσιο κοινωνικής δικαιοσύνης και ομαλής μετάβασης στα νέα δεδομένα.

Η κοινωνία και οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να περιμένουν και αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό από το σύνολο της πολιτείας, αναφέρεται. 

Παράλληλα, σημειώνεται πως οι συνέπειες του εμπορικού πολέμου που έχει επιβληθεί από τον Πρόεδρο Τραμπ, δεν θα πρέπει να επιβαρύνουν τους εργαζόμενους. 

«Η ΣΕΚ, σε συνεργασία με τη Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, ζητά όπως η Ε.Ε σχεδιάσει την απαιτούμενη στρατηγική αντιμετώπισης της κατάστασης που δημιουργείται, σταθεροποιώντας την οικονομία με επαναφορά της πρωτοβουλίας SURE για στήριξη των μισθών, της απασχόλησης, του βιοτικού επιπέδου και της αγοραστικής δύναμης των μισθών», τονίζεται.

Η ΣΕΚ υποδεικνύει πως, θα πρέπει να αποφευχθούν οι κινήσεις πανικού και καλείται η Κυβέρνηση όπως έγκαιρα εκτιμήσει τους κινδύνους σε επίπεδο εξαγωγικών κυρίως  επιχειρήσεων. Παράλληλα υποδεικνύεται πως, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει η εξέλιξη αυτή να αποτελέσει άλλοθι για την ανατροπή της υλοποίησης των στόχων που έχουν τεθεί και είναι άμεσα συνυφασμένοι με την εργασιακή σταθερότητα, την κοινωνική συνοχή και την ανάπτυξη στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς.

«Η εμπιστοσύνη που επιδεικνύουν οι εργαζόμενοι προς τη ΣΕΚ και η οποία αντικατοπτρίζεται μέσα και από τη σημαντική οργανωτική ανάπτυξη που καταγράφεται ιδιαίτερα κατά τους τελευταίους μήνες, ξεπερνώντας πλέον τα 50.000 μέλη σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας, επιβεβαιώνουν τις ανάγκες αλλά και τις δυνατότητες υλοποίησης των πιο πάνω στόχων, ως επιβεβλημένη, αναγκαία και ικανή συνθήκη για κοινωνική συνοχή και ισόρροπη ανάπτυξη», τονίζεται περαιτέρω.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Κοινωνία: Τελευταία Ενημέρωση