Χρήστος Ζαβός
Υπάρχουν πολλά είδη παικτών. Οι ταλαντούχοι, οι καλά γυμνασμένοι, οι γρήγοροι, οι τεχνίτες, οι σοβαροί, οι μη σοβαροί, οι νικητές, οι looser… και πάει λέγοντας.
Στο κυπριακό ποδόσφαιρο έχουμε λίγο απ’ όλα, όλοι όμως κινούνται σε μέτριο επίπεδο, αν συγκριθούν συνολικά με την παγκόσμια σφαίρα του ποδοσφαίρου. Ακόμη και οι πολύ καλοί παίκτες, στο νησί, δεν μπορούν να συμπεριληφθούν ούτε καν στη «μεσαία τάξη» των συναδέλφων τους που αγωνίζονται σε πιο προηγμένα πρωταθλήματα. Συνεπώς, το κυπριακό ποδόσφαιρο αρκείται σε μέτριους παίκτες που για το νησί μοιάζουν υπερπαίκτες. Φυσιολογικό, αφού ο καθένας κρίνεται υπό τις ρεαλιστικές συνθήκες και όχι με υποθετικά σενάρια.
Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στο πρωτάθλημά μας, άνετα μπορεί να διαπρέψουν καλύτερα από το οποιοδήποτε άλλο μοντέλο, οι παίκτες «προσωπικότητα». Παίκτες δηλαδή που κουβαλούν όλο το πακέτο για να αποτελούν εξαίρεση σε σχέση με τον μέσο όρο. Ικανότητα, χαρακτήρα, εμπειρία και ειδικά επαγγελματισμό.
Τέτοιου είδους παίκτες μπορεί κανείς να «ψαρέψει» από την παγκόσμια δεξαμενή παικτών, ιδιαίτερα δε όταν βρίσκονται στα τέλη της καριέρας τους. Παραδείγματα πολλά. Από τον Σάβιο, μέχρι τον Ασίς, τον Σίλας ή τον Μεριέμ, τούτου του είδους οι παίκτες άνετα κάνουν τη διαφορά σ’ ένα πρωτάθλημα όχι και ιδιαίτερα απαιτητικό. Το φαινόμενο των παικτών προσωπικοτήτων είναι ιδιαίτερα εμφανές στη φετινή Ανόρθωση.
Παίκτες όπως ο Πράνιτς ή ο Σίλντεφελντ ή ακόμη και ο Ντουγκλάο είναι μονάδες που διαπρέπουν γιατί έχουν ένα διαφορετικό υπόβαθρο ως επαγγελματίες σε σχέση με τον μέσο όρο των ξένων που κυκλοφορούν στην κυπριακή λίγκα. Μπορούν με διαχείριση τα προτερήματά τους να κάνουν τη διαφορά. Και όπως βλέπουμε μέχρι στιγμής, όντως την κάνουν, αφού η Ανόρθωση έστω και με λειψό ρόστερ στηρίζεται στην προσωπικότητα αυτών των παικτών για να βρίσκεται στην πρώτη θέση.
Η διαφορά τους με τους φτασμένους παίκτες είναι ότι εξακολουθούν να διατηρούν το ίδιο κίνητρο που είχαν από την πρώτη μέρα της καριέρας τους. Τη διάκριση ή τη νίκη σε κάθε παιχνίδι. Σ’ αντίθεση δηλαδή με πολλούς άλλους συναδέλφους τους που με το πέρασμα του χρόνου, έφτασαν στο σημείο κορεσμού, μη μπορώντας να αποδώσουν. Δεν είναι εύκολο να τους βρεις. Άμα όμως τους βρεις τότε γράφουν ιστορία.